Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Φινλανδία... για τεχνικούς λόγους.

Η σημερινή ανάρτηση είναι ξεχωριστή από τις άλλες. Δεν αφορά κάποια από τις συνηθισμένες βόλτες στα βουνά με τα φιλαράκια αλλά μία περιγραφή ενός ταξιδιού που έκανα πριν από λίγες μέρες.  Μέσα από τις επόμενες γραμμές θα αναφερθώ σε αυτά που μου έκαναν εντύπωση είτε αρνητικά είτε θετικά,  και θα προσπαθήσω να δώσω μία όσο το δυνατόν καλύτερη εικόνα. Αυτά που θα διαβάσετε δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία ματιά ενός ανθρώπου που δεν πολυταξιδεύει στο εξωτερικό οπότε είναι λογικό κάτι που κάποιοι άλλοι να θεωρούν απόλυτα φυσιολογικά εμένα να μου φαίνονται από περίεργα έως εντυπωσιακά. Φτάνει λοιπόν με το πρόλογο. Ας μπούμε στο ψητό. Α! να μη ξεχάσω ότι το ταξίδι έγινε με το φίλο, συνάδελφο και συνεπώνυμο Γιώργο …  που λόγω της συνωνυμίας …  μας έδωσαν και την ίδια θέση στο αεροπλάνο. Ευτυχώς το καταλάβε γρήγορα και αποφύγαμε εν' πτήση τις ... αγκαλίτσες. 

Η τύχη λοιπόν και κάποιοι επαγγελματικοί λόγοι με έστειλαν μεσοβδόμαδα στη Φιλανδία. Πρώτο μέρος πτήση από Θεσσαλονίκη προς Φρανκφούρτη. Δεν μπορούσαμε παρά ακόμα και πάνω στο αεροπλάνο να δείξουμε το Ελληνικό μας ταμπεραμέντο και να αψηφήσουμε κανονισμούς και οδηγίες.   Χαρακτηριστικό της φυλής μας λοιπόν που μόλις το αεροσκάφος πάτησε έδαφος  και όσο όμωςπήγαινε να στάθμευσει και όλες οι φωτεινές ενδείξεις να παραμείνουμε δεμένοι στις θέσεις μας ήταν αναμμένες,  οι περισσότεροι επιβάτες άνοιξαν τα κινητά τους  και σηκώθηκαν για να ανοίξουν τα ντουλαπάκια για να πάρουν τις χειραποσκευές τους.  Παρόμοιο ταμπεραμέντο όμως επέδειξαν και οι κατά τα άλλα ευγενικότατες  Ελληνίδες αεροσυνοδοί που στη κυριολεξία τα πήραν στο κρανίο και άρχισαν να κάνουν παρατηρήσεις στους επιβάτες, να κλείνουν με νεύρο τα ντουλάπια και να τους ζητούν να καθίσουν στη θέση τους και να δεθούν.  Βέβαια στην επόμενη πτήση προς Ελσίνκι δε χρειάστηκε να  χαλάσουμε τις καρδιές μας με το ιπτάμενο προσωπικό αφού όλα κύλισαν σχεδόν όπως έπρεπε. Βέβαια εδώ που τα λέμε άντε να τα βγάλεις πέρα με τις Γερμανίδες αεροσυνοδούς. Φαντάσου την Άγγελα αεροσυνοδό και βγάλε συμπερασμα Ισως και για αυτό καθίσαμε όλοι ήσυχα -  ήσυχα στις θέσεις μας περιμένοντας να σβήσουν όλα τα  λαμπάκια. Η φώτο είναι από την επιστροφή αλλά τι θέλετε δηλαδή? Να έβγαζα τις αεροσυνοδους την ώρα που τα πέρναν στο κρανιο? Αμ δε!

Φτάσαμε Ελσίνκι σχεδόν μεσάνυχτα. Η υγρασία έκανε να αισθανόμαστε το κρύο περισσότερο από ότι ήταν αλλά παρ’ όλα αυτά εκεί προς το τέλος Νοεμβρίου ο καιρός δεν ήταν αυτό που όλοι μας φανταζόμαστε για τις Σκανδιναβικές χώρες. Αυτή η εποχή ακόμα δεν έχει πιάσει κρύο και λόγω της έλλειψης ανέμων θα έλεγε κανείς ότι ήταν θερμοκρασίες Ελλάδας. Άλλωστε 0 βαθμούς πιάνουμε και εδώ.

Καθώς διανυχτερεύσαμε στο Ελσίνκι, εκτός από το επαγγελματικό κομμάτι είχα υπολογίσει ότι θα έχω στη διάθεσή μου και μερικές ώρες να δω και τη πόλη ή τουλάχιστον 3 μνημεία της που είχαν προτείνει σε κάποιες σελίδες στο διαδίκτυο. Για την ακρίβεια ήταν 3 Ιστορικές Εκκλησίες που θεωρούνται από τα πιο σημαντικά αξιοθέατα και μάλλον όχι άδικα.  Καθώς λοιπόν πλησιάζαμε με το ταξί στο ξενοδοχείο, στο βάθος και όχι πολύ μακριά, κάποιοι προβολείς έπεφταν πάνω σε κάτι τρούλους. Αναγνώρισα κάποιον από τους στόχους μου και έτσι μόλις τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο βγήκα για μία νυχτερινή περιήγηση. Στο χέρι το GPS γιατί δεν είναι να χάνεσαι 3.500 χιλιόμετρα από το τόπο σου. Κανένα 10λεπτο περπάτημα και έφτασα στο Καθεδρικό Ναό του Ελσίνκι ή όπως λέγεται στη τοπική γλώσσα Helsingin tuomiokirkko ή Suurkirkko. Μια τεράστια Λουθηρανή εκκλησία, σε σχήμα Ελληνικού Σταυρού (όπως αναφέρει η wikipedia) χτισμένη μεταξύ του 1830 -1850, με εντυπωσιακούς πράσινους τρούλους και τα αγάλματα των 12 μαθητών στην οροφή. Περισσότερες πληροφορίες δείτε εδώ αλλά και σε ένα σωρό άλλες σελίδες για το Ελσίνκι. Αξίζει το κόπο να κλικάρετε στη φωτογραφία της wikipedia για να ανοίξει σε full resolution 5,786 × 6,440 pixels για να θαυμάσετε τις λεπτομέρειες. Δυστυχώς δεν είχα μπαταρία στο κινητό και έτσι έχασα την ευκαιρία για μια νυχτερινή φώτο. Επιστροφή στο ξενοδοχεία , τέλος πρώτης ημέρας.

Την επόμενη είχε πολύ πρωινό εγερτήριο. Κανένα πρόβλημα αφού και στις υπόλοιπες βόλτες μας γενικά ξυπνάμε νωρίς. Για τον επαγγελματικό λόγο λοιπόν έπρεπε να πάρουμε το λεωφορείο 06:05 και να διανύσουμε περίπου 200 χιλιόμετρα προς το βορρά μέσα στη καρδιά των περίφημων 1000 λιμνών. Θεωρούσα απίθανο να υπάρχουν 1000 λίμνες σε μία χώρα αλλά εκεί πάνω τίποτα δεν είναι απίθανο. Για την ακρίβεια δεν πρέπει να είναι μόνο 1000, σίγουρα είναι περισσότερες αλλά ποιος κάθετε να τις μετρήσει τώρα.

Περπατήσαμε για κανένα τεταρτάκι στους όχι και τόσο έρημους για την ώρα δρόμους και στις 05:40 βρισκόμασταν στο ΚΤΕΛ του Ελσίνκι (χα χα καλό ε? ). Μία υπόγεια αίθουσα, κάτω από ένα  εμπορικό κέντρο, το Kamppi, γεμάτη παγκάκια και μερικά ταμπλό με χάρτες και δρομολόγια. Δεξιά και αριστερά  τζαμαρίες και καμιά 40αριά γυάλινες πόρτες. Αυτές οι πόρτες ήταν θύρες επιβίβασης – αποβίβασης. Πάνω από κάθε θύρα μία οθόνη που έδινε πληροφορίες σχετικά μα τα δρομολόγια και ένα μεγάλο κόκκινο Χ που σήμαινε ότι η πόρτα ήταν κλειδωμένη. 10 λεπτά πριν την αναχώρηση το μεγάλο κόκκινο Χ έγινε ένα μεγάλο πράσινο βέλος που σήμαινε ότι είχε αρχίσει επιβίβαση. Άνοιγες τη πόρτα και ήσουν κατευθείαν στο λεωφορείο. Ο οδηγός εκτελούσε και χρέη εισπράκτορα. Υπάρχει η δυνατότητα πληρωμής με 3 τρόπους. Μετρητά όπου σου δίνει μηχανογραφημένο εισιτήριο, με προπληρωμένη κάρτα διαδρομών, αλλά ακόμα και με πιστωτική κάρτα. Ναι σωστά διαβάσατε, μηχάνημα πιστωτικής κάρτας στο λεωφορείο. Ο οδηγός μιλούσε άπταιστα την Αγγλική όπως άλλωστε συνέβη και με όσους χρειάστηκε να έρθουμε σε επαφή είτε ήταν ο οδηγός του λεωφορείου, είτε ο ηλικιωμένος ταξιτζής,  είτε η πωλήτρια στο εμπορικό κέντρο, είτε η υπάλληλος στο χαμπουργκεράδικο, είτε η κυρία που αργότερα χρειάστηκε να τη ρωτήσουμε για το την επιστροφή.

06:05 το λεωφορείο ξεκίνησε. 3 νοματαίοι όλοι και όλοι μέσα. ο Γιώργος, εγώ, και μία κυρία που καθόταν 5-6 θέσεις πιο πίσω μέσα στο σκοτάδι. Σκοτάδι… μεγάλη λέξη για τη Φιλανδία. Τόσο μεγάλη όσο και η δίαρκειά του. Όλη η διαδρομή των περίπου 200 χιλιομέτρων κάτι λιγότερο από 3 ώρες με τις στάσεις, ήταν μέσα στο σκοτάδι. Γύρω στις 08:00 είχαμε φτάσει σε μία ενδιάμεση πόλη τη Hameenlinna. 5 λεπτά στάση για να κατεβάσει ο οδηγός αποσκευές και εμπορεύματα και να πάρει άλλα. Μια ευκαιρία και μια μεγάλη έκπληξη να βλέπεις τα παιδάκια να πηγαίνουν στο σχολείο μέσα στο σκοτάδι. Κοινό χαρακτηριστικό : σχεδόν όλοι μικροί και μεγάλοι είχαν πάνω τους κάτι φωσφορούχο. Άλλοι στα μανίκια, άλλοι στις τσάντες τους άλλοι απλά κρεμασμένα στα πανωφόρια τους , σχεδόν από όλους τους διαβάτες φωσφόριζε κάτι όταν έπεφτε πάνω τους κάποιο φως έτσι όπως περπατούσαν στο δρόμο 08:00 ή ώρα το πρωί μέσα στο σκοτάδι.

Όχι μόνο άργησε να ξημερώσει αλλά γενικά αργούσε … να ξημερώσει. Το σκοτάδι μας συντρόφευσε για περισσότερο από 1 ώρα ακόμα και όταν φτάσαμε στο προορισμό μας. Σε αυτό σίγουρα έπαιξε ρόλο και ο βαρύς γεμάτος υγρασία καιρός αλλά πρέπει να πλησίαζε περίπου 10:00 για να πεις ότι είχε χαράξει για τα καλά.

Εδώ θα ήθελα να αναφέρω κάτι ακόμα που μου έκανε εντύπωση. Δε αφορά φυσική ομορφιά ούτε κάτι εντυπωσιακό στο τοπίο της Φιλανδίας. Στη διαδρομή είχαμε ρωτήσει τον οδηγό αν φτάνοντας στο σταθμό του λεωφορείου θα είχε ΤΑΧΙ για να πάμε στο προορισμό μας. Μας απάντησε καταφατικά. Όταν φτάσαμε, χάραμα ακόμα όπως είπαμε, δεν είχε. Ευγενικότατα ο οδηγός μας ζήτησε συγνώμη και κάλεσε με το κινητό του ΤΑΧΙ. Αναρωτήθηκα αν σε αντίστοιχη περίπτωση στην Ελλάδα κάποιος ξένος θα είχε αντίστοιχη εξυπηρέτηση.

Τελειώσαμε και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Στο λεωφορείο και πάλι λίγος κόσμος πράγμα που μου έδινε την ευκαιρία να γυρνάω από θέση σε θέση για να έχω καλή θέα για video. Καθώς είχε ξημερώσει οι λίμνες φαινόταν πολύ καλύτερα και σχεδόν μέχρι να ξαναφτάσουμε στη Hameenlinna το τοπίο εναλλασσόταν μεταξύ λιμνών και δασών Σύμιδας.  Η τόσο κοντινή εναλλαγή των λιμνών δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για μία μεγάλη ή έστω για μία θάλασσα. Βλέποντας το χάρτη μόνο μπορείς να αντιληφθείς το γεγονός ύπαρξης τόσο πολλών λιμνών σε τόσο μικρό γεωγραφικό χώρο.

Στη διαδρομή ακόμα κάτι που μου φάνηκε περίεργο αν και τελικά δε θα έπρεπε. Πινακίδες που προειδοποιούσαν για κίνδυνο λόγω διέλευσης ζώων στο δρόμο. Στην Ελλάδα συνήθως αυτό το σήμα έχει κάποια αγελάδα. Στη Φιλανδία ως φυσικό είχε … τάρανδο.

Επιστρέφοντας στο Ελσίνκι γύρω στις 3:30 ήταν μια συνηθισμένη μεταμεσημβρινή ατμόσφαιρα. Πλέον είχαμε όλη την υπόλοιπη μέρα (προσέξτε το αυτό) μπροστά μας για να γυρίσουμε λίγο. Με τον Γιώργο πήραμε το δρόμο για πρώτο αξιοθέατο που ήταν η Helsingin tuomiokirkko ο Καθεδρικός Ναός δηλαδή που ανέφερα παραπάνω. Στη διαδρομή σε μια αυλή από κάτι που έμοιαζε με πανεπιστήμιο είδαμε μία σκαλιστή τεράστια Ελληνική περικεφαλαία. Μέχρι εδώ λοιπόν έχει φτάσει η χάρη των προγόνων μας. Η φωτογραφία απαραίτητη.

Καμία εκατοσταριά μέτρα πιο κάτω πλησιάζαμε το Ναό από τα Δυτικά και δε γινόταν να μη θαυμάσουμε το μέγεθός του και την ομορφιά του με τα αγαλμάτων των Αποστόλων στα αετώματά του – 3 στη κάθε πλευρά – , τους πράσινους τρούλους με τους χρυσούς σταυρούς αλλά και πάλι την επίδραση του Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού στις εξωτερικές κολώνες με βάσεις Κορινθιακού  Ρυθμού και τα τύπου Παρθενώνα αετώματα. Νομίζαμε ότι είχαμε δει όλη την ομορφιά της περιοχής και περπατήσαμε μπροστά από το Ναό προς το λιμάνι στο Νότο. Σε λίγα μέτρα μια ακόμα έκπληξη που μας έκανε και τους δύο θα βγάλουμε ένα επιφώνημα θαυμασμού σαν να ήμασταν συννενοημένοι.

Μπροστά μας και σε βάθος περίπου 15 μέτρων απλωνόταν μία πλατεία που από ψηλά είχαμε πλήρη πανοραμική θέα. Στη μέση ένα άγαλμα που φαινόταν πολύ μικρό από κει ψηλά και ένα όμορφο στολισμένο Χριστουγεννίατικο δέντρο. Δεξιά και αριστερά δύο δίδυμα νεοκλασικά κτήρια με μπαλκόνια που και πάλι είχαν κολώνες Ελληνικού ρυθμού μάλλον Ιωνικού αυτή τη φορά. Στις άκρες της μεγάλης σκάλας 2 μικρά κτίσματα με τριγωνικό αέτωμα, συνδιασμός αρχιτεκτονικής της Αναγέννησης και του Παρθενώνα ή κάτι σαν αντιγραφή του Ερεχθείου στην Ακρόπολη.

Για τη Πλατεία και τη περιοχή πάλι μας δίνει πληροφορίες η Wikipedia . Πρόκειται για τη πλατεία Γερουσίας (αν μετάφρασα καλά) «Senate Square» ή «Senaatintori» στα Φιλανδικά. Πήρε το όνομά της από το Κτήριο της Γερουσίας (το ένα από τα δίδυμα κτήρια που λέγαμε) που όμως το 1917 έγινε η έδρα του Συμβουλίου του Κράτους – μετά την απελευθέρωση της Φιλανδίας από τη Ρωσία- και τώρα είναι η  κατοικίας του Πρωθυπουργού της χώρας. Το απέναντι κτήριο είναι το Πανεπιστήμιο. Στο κέντρο της πλατείας υπάρχει το άγαλμα του Τσάρου Αλεξάνδρου του 2ου παππού του τελευταίου τσάρου της Ρωσίας Νικολάου του 2ου.

Δυστυχώς η ομορφιά και η εντυπωσιακή θέα δε μπορούν να περιγραφούν ούτε με λόγια ούτε με τις πανοραμική φώτο ούτε με το video. Η πρώτη δικιά μου από ψηλά, εκείνο το υγρό Φθινοπωρινό απόγευμα και η άλλη από τη Wikipedia  από χαμηλά σαφώς πιο καλοκαιρινή και χωρίς το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο. . 


Τελικά η επίδραση της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης είναι διάσπαρτη στο Ελσίνκι. Όπως πχ και πρόσοψη του μουσείου Ateneum με τις Καρυάτιδες, τις Κολώνες αλλά και το Αέτωμα. Στοιχεία καθαρής πολιτιστικής επίδρασης. Φαίνεται ότι παλαιότερα οι Φιλανδοί μας συμπαθούσαν αρκετά ώστε να τιμούν το πολιτισμό τον προγόνων μας παρόλο που σήμερα είναι από τους πιο σκληρούς επικριτές μας στο θέμα της Οικονομίας. Όσο αφορά το λεωφορείο μη δίνετε σημασία.

Συνεχίσαμε προς το λιμάνι. Ένα τεράστιο λιμάνι, μάλλον το επιβατικό με 2-3 θεόρατα κρουαζιερόπλοια που γυρνάνε όλη τη Βαλτική. Δε νομίζω να υπάρχει φωτογραφία του Λιμανιού του Ελσίνκι χωρίς κάποιο από δαύτα. Ορίστε μία δια του λόγου το αληθές.

Επίσης δείτε εδώ μια webcam και σίγουρα θα πετύχετε κάποιο.

Είχα ακόμα 2 σημεία να επισκεφτώ.  Ακόμα 2 εκκλησίες για την ακρίβεια. Η μία κοντά στο λιμάνι. Η μεγαλοπρεπής Ρώσικη Εκκλησία. Ο Καθεδρικός Ναός Uspenskin : «Uspenskin katedraali" στη τοπική διάλεκτο, η μεγαλύτερη ορθόδοξη εκκλησία στο Δυτικό κόσμο όπως τους αρέσει να λένε. Χτισμένη το 1868 είναι αφιερωμένη στη Κοίμηση της Θεοτόκου. Ένας Ναός χτισμένος με κόκκινο τούβλο, και χαρακτηριστικούς χρυσούς τρούλους σε πράσινες βάσεις.     Πληροφορίες εδώ  και μία
πανοραμική εσωτερική ματιά εδώ.

Δε πλησιάσαμε κοντά. Το φως είχε αρχίσει να φεύγει και αφού φαινόταν εξίσου μεγαλοπρεπής ακόμα και από απόσταση, έβγαλα μία φώτο με zoom στα γρήγορα και ξεκινήσαμε για το τρίτο στόχο, κανα – δύο χιλιόμετρα μακρύτερα. Βέβαια τώρα βλέποντας τις φωτογραφίες στο Ιντερνετ το έχω μετανιώσει που δε πήγα από κοντά αλλά τώρα το πουλάκι πέταξε.

Φτάσαμε στην Πλατεία Αγοράς .Ήδη άρχισε να σκοτεινιάζει τόσο όσο να μην επιτρέπει καλές φωτογραφίες. Οπότε οι 2-3 επόμενες είναι είτε σκοτεινές είτε με ρύθμιση νύχτας άρα κουνημένες. Σε αυτή τη πλατεία συνήθως γίνεται κάποιο παζάρι και έχει πολλά και ενδιαφέροντα σουβενίρ. Όταν ήμασταν εκεί δεν υπήρχε τίποτα. Αν και όμορφη και προσεγμένη με τα δέντρα της, τα παρτέρια της και τα αγάλματά της μου έκανε εντύπωση που η πλατεία ήταν εξ’ ολοκλήρου χωμάτινη. Δε μπορώ να σκεφτώ κάποιον άλλο λόγο παρά του ότι προφανώς την αφήσανε έτσι για να μη γλιστράει πολύ όταν χιονίσει. Και όταν μιλάμε για χίονι στην Φιλανδία ξέρουμε πολύ καλά για πόσο χιόνι μιλάμε. Καθώς περπατούσαμε  στα αριστερά μας εστιατόρια και καφετέριες ενώ στα δεξιά μας μεγάλα πολυκαταστήματα με όμορφα στολισμένες βιτρίνες που και πάλι είχαν μία Αρχαιοελληνική πινελιά. Τελικά ο συνδιασμός «Κολώνα – Αέτωμα» παίζει πολύ στο Ελσίνκι.


Στη Πλατεία Αγοράς υπήρχαν διάφορα αγάλματα. Το πιο γνωστό από όλα είναι το Havis Amanda. Αυτό το περίεργο όνομα ανήκει σε ένα άγαλμα – σιντριβάνι μίας γυμνής γοργόνας που στέκεται πάνω στα νερά με ψάρια στα πόδια της από όπου αναβλύζει το νερό περιτριγυρισμένη από 4 θαλάσσια λιοντάρια. Το σιντριβάνι κατασκευάστηκε το 1906 και συμβολίζει την αναγέννηση της πόλης. Παρακ΄τω 2 φώτο : η σκοτεινή δική μου και η φωτεινή από το internet.


Ήταν λίγο μετά τις 4:30 το απόγευμα και είχε σκοτεινιάσει για καλά. Για το τρίτο προορισμό, σε κανονικές συνθήκες θα χρειαζόμουν κανένα 20λεπτο περπάτημα. Οι κανονικές συνθήκες είναι βασικά να ξέρεις το δρόμο. Ε! και να έχει και λίγο φώς να ξέρεις που πηγαίνεις. Ήταν ώρα να δουλέψει το GPS. Ευτυχώς από τις προηγούμενες μέρες είχα κάνει το homework μου και είχα σταμπάρει τα 3 σημεία που με ενδιέφεραν οπότε θα ήταν εύκολο. Και ξεκίνησα. Στις μεγαλουπόλεις δεν είναι περίεργο να βλέπεις περίεργες καταστάσεις και γι’ αυτό και δεν είναι περίεργο να βλέπεις ένα τύπο να περπατάει με ένα gps στο χέρι. Και βέβαια πάλι καλά που είχα και αυτό και με ξελάσπωσε. Κάποια στιγμή είχα αρχίσει να απομακρύνομαι από το κέντρο καθώς ο προορισμός μου ήταν λίγο πιο έξω και είχα αρχίσει να έχω τις αμφιβολίες μου αλλά αποφάσισα να βασιστώ πάνω του και ευτυχώς έκανα καλά. Με θαυμαστή ακρίβεια με οδήγησε εκεί που ήθελα. Ακόμα μία Εκκλησία.  Η περίφημη «Temppeliaukio Kirkko» στα Φιλανδικά . Στα Ελληνικά η μετάφραση είναι Εκκλησία του Βράχου και πήρε το όνομά της από το γεγονός ότι είναι χτισμένη στη κυριολεξία μέσα σε ένα σκαμμένο βράχο. Είχα δει κάποιες φωτογραφίες από το internet νωρίτερα αλλά δε ήξερα τι να περιμένω και τι εννοούσαν με το : «Εκκλησία του Βράχου». Φανταζόμουν κάποιες δικές μας υπόσκαφες εκκλησίες αλλά δε μπορούσα να συνδυάσω αυτό που φανταζόμουν με τις φωτογραφίες που είχα δει. Αυτό λοιπόν που εννοούν είναι το εξής : Η κορυφή ενός χαμηλού πέτρινου λόφου δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας τεράστιος γρανιτένιος βράχος με περίμετρο περίπου 500 μέτρα αν μπόρεσα να υπολογίσω σωστά  όταν τον περπάτησα περιμετρικά. Γύρω - γύρω υπάρχουν σπίτια καθώς ο λοφίσκος είναι κατοικημένη περιοχή. Είναι τόσος μεγάλος που σε κάποιο σημείο του βράχου έχουν κάνει και μία παιδική χαρά. Αν και ήταν γύρω στις 5:00 το απόγευμα λόγω του σκοταδιού του κρύου και της υγρασίας ήταν σαν να είχε πάει 11:00 το βράδυ. Παρ’ όλά αυτά παιδάκια έπαιζαν στο παρκάκι με τις μαμάδες τους. Οι Φιλανδοί έσκαψαν κυκλικά ένα κομμάτι μέσα στον βράχου (μεγάλο κομμάτι είναι η αλήθεια) του έβαλαν και μία γυαλινομεταλλική σκεπή και το έκαναν χώρο λατρείας.Μία αεροφωτογραφία για του λόγου το αληθές.

Σίγουρα δεν έμοιζε με τίποτα σε εκκλησία έτσι όπως τη ξέρουμε. Ούτε τρούλοι, ούτε καμπαναριά, τίποτα.  Ένας μικρός μεταλλικός σταυρός πάνω από την είσοδο όλος κιόλος. Η είσοδος πάλι; Μια γυάλινη τζαμαρία με μία βαριά, μεταλλική, μπρούτζινη πόρτα. Στο πλάι της μία γυάλινη προθήκη όπου είχε αναρτημένες διάφορες ανακοινώσεις μια εκ των οποίων αφορούσε το Χριστουγεννιάτικο πρόγραμμα λειτουργιών στη Αγγλική γλώσσα και φυσικά ήταν γραμμένο ανάλογα.. Από όλες τις υπόλοιπες ανακοινώσει στα Φιλανδικά δε κατάλαβα γρι.

Έσπρωξα τη μπρούτζινη πόρτα και μπήκα μέσα. Και πάλι τίποτα δε θύμισε εκκλησία. Εκεί που σε μας είναι ο Πρόναος ήταν ένας χώρος που ξεχώριζε από τον κυρίως Ναό με ακόμα μία τζαμαρία. Έτυχα σε μία εκδήλωση, κάτι σαν διάλεξη, με αρκετό κόσμο και κάποιους κουστουμάτους καλεσμένους με μία μεγάλη κονκάρδα στο πέτο. Μπροστά από τη τζαμαρία κάτι σαν γραμματεία με ένα πάγκο με βιβλία (μάλλον τα πουλούσαν) και έναν υπολογιστή. Προχώρησα διστακτικά προς τα μέσα (ξέρω γώ μπορεί να μου ζητούσαν εισιτήριο) και θαύμασα τον Κυρίως Ναό. Ο θαυμασμός μου αφορούσε τη κατασκευή. Όπως προείπα αφού έφαγαν το βράχο απλά έβαλαν τη σκεπή. Έτσι όλα τα τοιχώματα είναι φυσικά γρανιτένια και ανομοιόμορφα δίνοντας μια άλλη αισθητική. Πάντως εκκλησία και πάλι δεν το έλεγες. Ούτε τέμπλο, ούτε εικόνες, καντηλέρια, ή τοιχογραφίες. Πολλές σειρές πάγκων για να κάθονται οι πιστοί, κάποιες βάσεις για να βάζουν κάτι σαν ποτήρια με κεριά, ένα υπερυψωμένο βάθρο  στο βάθος με ένα pontium και λίγο πιο πίσω η Αγία Τράπεζα σε πολύ μοντέρνα έκδοση και τέλος το εκκλησιαστικό όργανο στα αριστερά. Στο βήμα μια κυρία με ταγιέρ  έλεγε τα δικά της, οι ηλικιωμένοι κουστουμάτοι με τις κονκάρδες (κάτι σαν επιτροπή σοφών) στο πλάι της, αρκετός κόσμος να παρακολουθεί και μία άλλη κυρία μπροστά από το Εκκλησιαστικό Όργανο περίμενε την άλλη να τελειώσει το λόγο της για να ξεκινήσει και αυτή. Δυστυχώς όσο ήμουν εκεί αυτό δεν έγινε οπότε ξαναπήρα το δρόμο της επιστροφής. Βραδιάτικα … κατά τις 5:30 το απόγευμα. Η παρακάτω φώτο είναι απο τη wikipedia  καθώς δε μπορούσα να βγάλω κάποια εγώ.

Ήθελα να πάω κάπου ζεστά και να έχει κάτι για να τσιμπήσω. Ήθελα όμως να ρίξω και μια δυό ακόμα ματιές στην αγορά της  πόλης. Αλλά τι να πρωτοπρολάβεις σε τόσο λίγο χρόνο?  Έβαλα το gps να με οδηγήσει στο πιο κοντινό εμπορικό κέντρο και με έστειλε στο Kammpi. Ένα εξαόροφο,  μοντέρνο εμπορικό κέντρο με 120 καταστήματα στη καρδιά του Ελσίνκι κοντά στο κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό. Το είχαμε δει το πρωί αφού ο σταθμός των λεωφορείων είναι στο υπόγειό του (στο 2ο υπόγειο νομίζω) . Τριγύρισα στους ορόφους του αλλά είμαι σίγουρος ότι δε το είδα όλο. Έκανα μερικά μικροψωνάκια και έπαθα πλάκα με τις τιμές που έχουν τα τρόφιμα. στα μαγαζιά του εμπορικού π.χ  ένα κρύο σάντουιτς 5ευρώ, ή ένα ντόνατ 3.5 ευρώ ή ένα μπουκάλι νερό 2.65 ευρώ. Μικρό μπουκάλι εννοείται. Στο πρώτο, αν θυμάμαι καλά όροφο, πέτυχα και ένα Ελληνικό Εστιατόριο, αρκετά κυριλέ θα έλεγα. Δε είχα σκοπό βέβαια να κάτσω εκεί αλλά από περιέργεια έριξα μια ματιά στο τιμοκατάλογο της εισόδου.  Είδα κάτι 40αρια σε ευρώ για μια μερίδα … κάτι αλλά είδα και το μαγαζί γεμάτο, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές οι τιμές είναι αποδεκτές από τους Φιλανδούς.   Ευτυχώς που στο υπόγειο πέτυχα ένα super market και πήρα ένα μεγάλο μπουκάλι νερό με 1.39 και ένα φαστφουντάδικο που ένα μεγάλο hamburger, πατάτες και ένα αναψυκτικό έκαναν λιγότερο από 8 ευρώ. Αυτά ως συμβουλή και γνώση για πιθανούς μελλοντικούς επισκέπτες.

Επιστρέφοντας προς το ξενοδοχείο έπεσα πάνω σε μία «ουρά» αποτελούμενη από νεαρά αγόρια και κορίτσια που απλωνόταν σαν φίδι πάνω στη πλατεία μήκους περίπου 100 μέτρων. Μικρές παρέες εφήβων που περίμεναν υπομονετικά να ανοίξουν οι πόρτες μίας αίθουσας συναυλιών. Ούτε οχλαγωγία, ούτε φασαρία. Οι τελευταίοι πήγαιναν στο τέλος της «ουράς» χωρίς κανένας να προσπαθεί να κλέψει τη θέση του άλλου. Συζήτηση, γελάκια και υπομονή  μόνο παρά τη νεανική τρέλα μέσα στο σκοτάδι (που αποτυπώθηκε και στο vido). Στην Ελλάδα πως θα ήταν άραγε?

Το ξενοδοχείο δεν άξιζε. Ένα κτήριο του 1907 που σίγουρα στους κοινόχρηστους χώρους έδειχνε τα χρόνια του. Χτυπημένοι τοίχοι, φθαρμένες μοκέτες κτλ. Στον έκτο όροφο μάλιστα είχε και κοινόχρηστο λουτρό. Μάλιστα κάποιος έκανε και μπάνιο μέσα. Δε γινόταν να μη τραβήξω video. Όχι από μέσα εννοείται. Αλλά ακόμα και απ’ έξω θα πάρετε μια εικόνα.

Γενικά ήταν υπό ανακατασκευή και ευτυχώς που στο δικό μου δωμάτιο είχαν προλάβει να τη τελειώσουν. Το δωμάτιο ήταν τρίχωρο. Ένας κυρίως χώρος με το κρεβάτι, ένα χώρος για λουτρό και ένας τρίτος ακριβώς απέναντι για τουαλέτα..  Πρώτη φορά πέτυχα τέτοιο δωμάτιο. Αλλού το μπάνιο αλλού η τουαλέτα. Α! ξέχασα να αναφέρω : Ο νιπτήρας ήταν ελαφρώς κρεμασμένος. Φοβόσουν να τον ακουμπήσεις μη γκρεμιστεί. Από θέα δε το συζητάμε. Ο ακάλυπτος, οι σκεπές και τα παράθυρα του απέναντι κτηρίου και λίγο ουρανός. Και τις ώρες που ήμασταν στο ξενοδοχείο? Μαύρη μαυρίλα έξω.

Τελικά μου άρεσε το Ελσίνκι. Εκτός από τον receptionist, όλοι οι άλλοι που έτυχα να μιλήσω ήταν ευγενικότατοι. Καθαρή πόλη με αρκετά σημεία να επισκεφτείς. Σίγουρα αισθάνεσαι και λίγο υπερήφανος για τις επιρροές της πατρίδας μας στην αρχιτεκτονική των κτηρίων τους. Μου έκανε εντύπωση ότι όλοι μιλούσαν πολύ καλά Αγγλικά. Παρόλο που όλες οι πινακίδες ήταν μόνο στα Φιλανδικά αισθάνθηκα ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορέσω να βοηθηθώ αν χρειαστεί. Το κλίμα, όπου παντού άλλωστε, έχει επηρεάσει τις ζωές τους. Κτήρια χωρίς μπαλκόνια –τι να τα κάνουν άλλωστε -αλλά και χωρίς παντζούρια για να εκμεταλλευτούν το λιγοστό φως. Υπόγειες υποδομές για να προφυλάσονται από τη κακοκαιρία. Αρκετή χρήση Μέσων Μαζικής Μεταφοράς αλλά και σεβασμός στους κανόνες Οδικής Κυκλοφορίας. Και από τους πεζούς και από τους οδηγούς. Ακόμα και μείς αναγκαστήκαμε να σεβαστούμε τον Σταμάτη για να περνάνε τα αυτοκίνητα. Όταν δε περνάει κανείς πώς να περάσεις εσύ?  Τι δε μου άρεσε? Πρώτα απ’ όλα ο υπάλληλος στη reception, με το ζόρι του έπαιρνες κουβέντα. Το ξενοδοχείο ήταν επίσης χάλια Ευτυχώς ήταν μέσα στο κέντρο, και κοντά στο σταθμό των λεωφορείων και ευτυχώς είχε καλό πρωινό. Και βέβαια δε μου άρεσε η ακρίβειά τους. Εκεί νομίζουν ότι τα ευρώ φυτρώνουν στα δέντρα. Άκου εκεί 2.65 ευρώ για ένα μικρό μπουκάλι νερό. Ή το άλλο? Το ξενοδοχείο να χρεώνει το internet ακόμα και στους κοινόχρηστους χώρους? Ή το πιο εξωφρενικό? Οι πόρτες με κερματοδέκτη για να πας στη τουαλέτα στο χαμπουργκεράδικο στο Kamppi? Εκεί απ’ ότι φαίνεται ο τζάμπας πέθανε.

Χρησιμοποίησα πολύ το gps και κατέγραψα όλες τις διαδρομές που έκανα αλλά στο παρακάτω link του Trimble Οutdoors έχω δημιουργήσει τη διαδρομή manual παρακάμπτοντας περιττά σημεία και κύκλους που έκανα όταν χανόμουν.

Πλάκα-πλάκα γέμισα κοντά 6 σελίδες στο word με όλα αυτά και χωρίς τις φώτο και τα video παρακαλώ.  Ελάχιστος ο χρόνος παραμονής αλλά τόσο ενδιαφέροντα όσα πρόλαβα να δω. Ελπίζω να το φχαριστηθήκατε.

Τα λέμε στην επόμενη διαδρομή.


Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Πολύ βλήμα.


Στη προηγούμενη ανάρτηση είχα αναφέρει για ένα βλήμα που είχαμε βρει κατά την άνοδό μας στο Τσαλ. Η αλήθεια είναι ότι ο Χρήστος σαν πιο έμπειρος μας είχε ενημερώσει. «Υπάρχουν αρκετά από δαύτα στη περιοχή. Αν πετύχετε κανένα μη τυχόν και αρχίσετε να το περιεργάζεστε. Πάρτε δρόμο»

Και αυτό κάναμε. Βγάλαμε μια φώτο με τις συντεταγμένες με σκοπό να ενημερώσουμε κάποια υπηρεσία για τη περισυλλογή και πήραμε δρόμο.

ΠΡΙΝ
Όπως και έγινε. Ενημερώθηκε η Αστυνομία και για αν μη τα πολυλογώ κανονίστηκε το αμέσως επόμενο Σάββατο να ξαναανεβούμε για να υποδείξουμε το σημείο. Έτσι λοιπόν μετά τα διαδικαστικά, Σάββατο πρωί ξεκινήσαμε με τον Αλέξανδρο, την αφεντιά μου και με τη συνδρομή της Αστυνομίας και Πυροτεχνουργού του Στρατού να περισυλλέξουμε τη βόμβα.  Το ωραίο είναι ότι με τον Αλέξανδρο κάναμε και σενάρια για μία φαντασμαγορική και εντυπωσιακή κατάληξη της περιπέτειας. Επηρεασμένοι από τη τηλεόραση αλλά και από τη προσωπική μας περιέργεια, φανταζόμασταν ελεγχόμενες εκρήξεις και ρομποτάκια.

Πήραμε και πάλι το χωματόδρομο πάνω από το Πίλημα και φτάσαμε στο πλάτωμα με τη ποτίστρα. Ξεκινήσαμε αμέσως την ανηφόρα και απογοητευτήκαμε όταν είδαμε τον Πυροτεχνουργό με τα χέρια στις τσέπες να μη κουβαλάει ούτε ένα δυναμιτάκι, ούτε ένα τόσο δα τηλεχειριστήριο. Τίποτα πια? Πώς θα εξουδετέρωνε τη βόμβα?

Ανηφορίσαμε για 1800 μέτρα βάση της πορείας που είχα χαράξει με το gps από τη προηγούμενη φορά. Μόλις φτάσαμε στο σημείο που είχα μαρκάρει τις συντεταγμένες ότι θα βρισκόταν το βλήμα  πήρα ένα μάθημα. «Μην εμπιστεύεσαι τα εμπορικά gps εν στάση». Γιατί? "Διότι τα εμπορικά gps για λόγους ασφαλείας και για αν μη μπορούν να χρησιμοποιηθούν για «άλλους» σκοπούς έχουν εκ κατασκευής μία ανακρίβεια από 3 έως 60-70 μέτρων". Και κυρίως όταν βρίσκονται εν στάση είναι σαν οι δορυφόροι να χορεύουν στον ουρανό και στέλνουν σήμα ότι  να ’ναι. Έτσι λοιπόν παρόλο που βρισκόμασταν σχεδόν πάνω στο στίγμα βάση της θέσης της φωτογραφίας, δε βρίσκαμε το βλήμα πουθενά αν που απλωθήκαμε τόσοι νοματαίοι να το ψάχνουμε. Ώσπου αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε ακριβώς τη διαδρομή με τη μέγιστη δυνατή μεγέθυνση στο gps και νάτο μπροστά μας. Τελικά ήμασταν πολύ κοντά και απλά δε το βλέπαμε αν και ήταν μπροστά στα ματιά μας. Το ψάξιμο αποτυπώθηκε στη καταγεγραμμένη πορεία στο gps μου και μοιάζει σαν να περπατάει μεθυσμένος. Και αυτός είναι και ο λόγος που αυτή τη διαδρομή δεν την έχω ανεβάσει στο Trimble Outdoors.

Ο Πυροτεχνουργός απλά επιβεβαίωσε τη διάγνωση που είχε κάνει από τη φωτογραφία. Έτσι λοιπόν καταλάβαμε και το λόγο που δεν είχε μαζί του ούτε εκρηκτικά ούτε ρομποτάκια, ούτε ειδικές στολές ούτε τίποτα. Ο άνθρωπος απλά ακολούθησε τις διαδικασίες και έκανε αναγνώριση πριν κάνει οποιαδήποτε άλλη ενέργεια.

Άνθρακες ο θησαυρός. Το βλήμα μας ήταν τζούφιο, ένα σκέτο κομμάτι σίδερο χωρίς ίχνος εκρηκτικά ή άλλα συμπράγκαλα που θα μπορούσαν να το κάνουν επικίνδυνο. Μια μυτερή σκουρία και τίποτα περισσότερο. Το πήρε στα χέρια, το έβαλε στη τσάντα και πήραμε την κατηφόρα μέσα στην απογοήτευση. Μα ούτε καν μια τόση δα εκρηξούλα? Ουτε ένα ΜΠΑΜ? Ούτε ένα ΜΠΟΥΜ,  ένα ΤΣΑΦ έστω? Τίποτα πια? Εντάξει δε βρήκαμε και ατομική βόμβα αλλά ένα κάτι τις το αξίζαμε. Τουλάχιστον για να δικαιολογήσουμε τη κινητοποίηση που προκαλέσαμε. Τι θα έχουμε να περηφανευόμαστε?





Τέλος πάντων αυτή λίγο πολύ ήταν η περιπέτεια με το βλήμα. μάλλον με το σίδερο να πώ καλύτερα. Βγάλαμε και κάποιες φωτογραφίες για να θυμόμαστε τη φάση και αποχωρήσαμε.

Μέσα από αυτό μάθαμε και κάτι.

  • Πρώτον όλα αυτά που ανέφερα για το gps. Σε περίπτωση που χρειάζεται μεγαλύτερη ακρίβεια θα πρέπει να παίρνουμε στίγματα από τουλάχιστον 3 σημεία από το σημείο που μας ενδιαφέρει για να ελαχιστοποιήσουμε τη περιοχή και να μη ψάχνουμε άδικα.
  • Δεύτερον καλά είναι να έχουμε μαζί μας ένα κόκκινο Spray ή μια κορδέλα για να μαρκάρουμε το σημείο ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο εύκολη η αναγνωριση.

Πάντως παρ΄ όλη την απογοήτευση για την αξία του ευρήματός μας σίγουρα δε μετανιώσαμε για αυτή τη «περιπέτεια». Τώρα αν με ρωτάς αν θα το ξαναέκανα δε μπορώ να σου πώ. Ας παραμείνουμε στην ευχαρίστηση και στις συγκινήσεις που προσφέρει μια βόλτα στα βουνά που άλλωστε είναι και το μεγάλο κέρδος.

ΚΑΙ ΜΕΤΑ

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Αχλαδόβουνο / Τσάλ


Το συζητούσαμε εδώ και καιρό. Αλλά “πότε ο Γιάννης δε μπορεί πότε ο κwl@ς του πονεί” το αφήναμε. Τελικά μόλις είδαμε ότι πάει να σφίξει ο καιρός το αποφασίσαμε. Ο λόγος για την ανάβαση στη κορυφή του Αχλαδόβουνου ή στη καθομιλουμένη, το περίφημο «Τσάλ».

Προσωπικά είχα τις αντιρρήσεις μου. Ευτυχώς όμως ο Σάββας και ο Αλέξης όχι μόνο επέμεναν αλλά κατάφεραν να με πείσουν κιόλας και έτσι το Σάββατο 12/11/11 ξεκινήσαμε πολύ πρωί για να εκμεταλλευτούμε ακόμα και το πρώτο φως καθώς υπήρχαν υποχρεώσεις που δεν μας επέτρεπαν πολύωρη απουσία αλλά και γιατί δε ξέραμε το συνολικό χρόνο για το ανεβοκατέβασμα.

Πήραμε τον χωματόδρομο πάνω από το Πίλημα, για να φτάσουμε στο πλάτωμα σε υψόμετρο περίπουτ 600 μέτρων πριν τις ανηφόρες του Τσάλ εκεί που υπάρχει μία ποτίστρα για ζώα. Μία απόσταση περίπου 2 και κάτι χιλιομέτρων σε ένα κακοτράχαλο δρόμο που μας ανάγκασε να αφήσουμε το ένα αυτοκίνητο καμία 500αρια μέτρα πριν το πλάτωμα και να χάσουμε και λίγο από τον χρόνο μας. Από το σημείο εκείνο ο χωματόδρομος οδηγεί σε μια πλαστική κυνηγετική καλύβα και στη συνέχεια στο Μακάριο.

Φτάσαμε στο πλάτωμα αφού είχε ξημερώσει για τα καλά , με θερμοκρασία γύρω στους 1-2 βαθμούς και καμία 6-7 μποφόρ ανέμους. Πριν τις 7:00 ξεκινήσαμε την πορεία. Μέχρι τη κορυφή είναι μια ευθεία δρόμος που λένε,  αλλά σχεδόν συνέχεια ανηφορικός. Άλλωστε από τα περίπου 600  μέτρα να φτάσεις στα 1400 είναι κάπως.
Πλάτωμα
Προετοιμαστήκαμε και κουκουλωθήκαμε όσο πιο καλά μπορούσαμε. Γάντια, σκούφους, κουκούλες. Με τέτοιο αέρα σε τέτοιες θερμοκρασίες δε παίζεις. Στα GPS είχαμε τη διαδρομή του Νίκου Κρούπη από το Hellas Paths. Βέβαια ο Νίκος την  έκανε ανάποδα τη διαδρομή  καθώς έκανε διάσχιση από το Γέρακα πρός τη Ξάνθη αλλά η καταγεγραμμένη πορεία στο κομμάτι που αφορά το Αχλαδόβουνο / Τσαλ είναι ίδια. Στο τέλος αποδείχτηκε ότι δεν είχαμε να κάνουμε με μία δύσκολη διαδρομή αλλά είναι καλό να έχεις τη σιγουριά και τα στίγματα αν πρόκειται να πας κάπου πρώτη φορά. Στην αρχή μπερδευτήκαμε λίγο και πήραμε μια άλλη κατευθυνση που μας έβγαλε σε ένα καλντεριίμι για καμιά 100αρια μέτρα. Το αντιληφθήκαμε σχετικά γρήγορα και επιστρέψαμε. Τελικα ουδέν κακό αμιγές καλού αφού αυτό το καντερίμι θα αποτελέσει αρχή για μία επόμενη διαδρομή.

Και πήραμε την ανηφόρα. Κάπου κάπου βλέπαμε και τα κόκκινα σημάδια. Όσο περπατούσαμε προς τη πρώτη ράχη αφήναμε πίσω το αυτοκίνητο και το πλάτωμα που πλέον άρχισε να διαγράφεται διαφορετικά από ψηλά. Σε λίγο είχαμε ξεμακραίνει τόσο όσο να χάσουμε από τα μάτια μας το αυτοκίνητο αλλά να έχουμε «πιάτο» μπροστά μας όλο το πλάτωμα και το χωματόδρομο προς το Μακάριο και στο βάθος τη πίσω πλευρά του Αυγού σε μία οπτική που δεν την είχα ξαναδεί.
Αυγό από τη πλευρά του Πλατώματος
 Κάποια στιγμή, λίγο μετά το ξεκίνημα, όσο ακόμα και οι 3 ήμασταν μαζί , στο βάθος φάνηκε η κορυφή του Τσάλ και μας φάνηκε να βρίσκεται κάτι σαν «2-3 βουνά παρά πέρα». Στην όλη διαδρομή ήταν όπως όταν ανεβαίναμε στο Καρπούζι.  Βλέπω μπροστά μου τη κορυφή μίας ραχούλας. Σκέφτομαι ότι μόλις την ανέβω θα έχει κάποιο ίσιωμα για να πάρω μία ανάσα, Όταν όμως πλησιάζω αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που έβλεπα δεν είναι κορυφή που την ακολουθεί κάποιο ίσιωμα αλλά απλά ένα ενδιάμεσο σημείο προς μία ακόμα ανηφόρα. Και πάει λέγοντας. Μόνο σε κάποιο σημείο λίγο πριν το προτελευταίο ύψωμα μπόρεσα να πάρω κάποια ανάσα για καμία 100αρια μέτρα ισιάδας.
Αλλη μία ράχη
Λίγο το χάζεμα, λίγο οι φωτογραφίες, λίγο η ελλειπής φυσική κατάσταση με έκαναν να μείνω πίσω. Ο Σάββας με τον Αλέξη με ρίχνανε ένα ολόκληρο βουνό. Όταν εγώ έπιανα τη μία κορυφή, αυτούς τους έβλεπα να φτάνουν στην επόμενη. Χρονικά η απόσταση ήταν περίπου 1 τέταρτο της ώρας και η επικοινωνία γινόταν με ασύρματους μικρής εμβέλειας. Σε κάποιες φωτογραφίες  αν βλέπετε μια μαύρη και μια μπλε φιγούρα στη πλαγία αυτοί είναι. Θέλει καλό zoom και υψηλή ανάλυση για να τους καταλάβετε.

Αφού λοιπόν δεν υπήρχε περίπτωση να τους προλάβω άρχισα περισσότερο χάζεμα. Πίσω το Αυγό, παραδίπλα το Ενδιάμεσο και δίπλα από αυτό η Μελτή (Μισκίν Τεπέ), αριστερά το Μαύρο Ίσιωμα, μπροστά η ανηφόρα και Δεξιά το Μοσχόρεμα και στο βάθος τα υπόλοιπα βουνά με τα Πομακοχώρια που λόγω του κρύου και του αέρα δε μπήκα στο κόπο να αναρωτηθώ ποια ήταν. Η διαδρομή καθαρά ορεινή με ενδιαφέρουσες συναντήσεις όπως ένα κοπάδι αγελάδες που έβοσκαν σε υψόμετρο 800 – 900 μέτρων αλλά και ενδιαφέροντα ευρήματα όπως κάποια σαλιγκάρια σε σχήμα κογχυλιού της θάλασσας ή κάποια ορύγματα παρόμοια με αυτά του Αυγού ή ακόμα πιο συναρπαστικό : ένα παλιοκαιρίσιο, σκουριασμένο βλήμα. Ειδικά για το βλήμα διαβάστε στην επόμεν ανάρτηση.


Στη διαδρομή υπάρχουν και πάλι ερείπια από κάτι που φαίνεται σαν τοίχος. Ίδια σχεδόν με τα ερείπια που είχαμε δει στο Ενδιάμεσο. Να πεις ότι είναι ερείπια από αρχαία ή βυζαντινά οχυρωματικά έργα, ξέρω γώ ρε παιδί μου, δε το λες. Να πεις ότι είναι πιο σύγχρονη κατασκευή που εξυπηρετεί κάτι (τι άραγε;) και πάλι δε το λές. Τι στο καλό είναι τελικά, πότε χτίστηκαν και τι εξυπηρετούν δεν έχω καταλάβει. Όποιος έχει καταλάβει ας μας πεί και μας που δε ξέρουμε.
Ερείπια Τοίχους
  Αφού πέρασα ακόμα μια ράχη άρχισα να μπαίνω στη «Πολική Ζώνη». Θερμοκρασία υπό του μηδενός και η χοντρή πάχνη να μοιάζει με χιόνι πάνω στο έδαφος, στα φυτά και στα λιγοστά δέντρα. Υψόμετρο σίγουρα πάνω από 1000 μέτρα. Η θέα μπροστά μου εντυπωσιακή. Ένα κατάλευκο πέπλο να έχει καλύψει όλη τη περιοχή μέχρι τη κορυφή. Η πάχη που είχε γίνει πάγος πάνω στα δέντρα έδινε μία  εντυπωσιακή εικόνα. Πάνω στη διαδρομή ένα ακόμα «Δέντρο του Βοριά» πολεμάει να σταθεί όρθιο στο αγιάζι. Εκεί ψηλά ο παγωμένος αέρας στη κυριολεξία «ξύριζε» και κάπου φοβήθηκα μην επηρεαστούν οι μπαταρίες του κινητού και σβήσει το GPS ή να μη μπορέσω να βγάλω καμία φώτο ή video. «Σκυλί» όμως το κινητάκι μου δε με απογοήτευσε και ιδού το αποτέλεσμα.
 







 Οι δύο συνοδοιπόροι μου είχαν αρχίσει ήδη να ανεβαίνουν το κώνο του Τσάλ όταν εγώ είχα φτάσει στη προτελευταία κορυφή. Και πάλι μία μπλε και μια μαύρη φιγούρα αυτή τη φορά σε φόντο κάτασπρο είχαν αφήσει το μονοπάτι που οδηγεί προς το Γέρακα (μάλλον)  και έκοβαν προς τη κορυφή. Μια ακόμα καταπληκτική εικόνα που δυστυχώς δεν είναι δυνατό να αποδοθεί σε μία φωτογραφία. Δείτε απλά το μεγαλείο της φύσης και αν μπορέσετε να διακρίνετε 2 όρθια pixel … αυτοί είναι.
Αχλαδόβουνο ή αλλιώς Τσαλ
 Σε κανένα τέταρτο έφτανα και ’γω κορυφή. Τους βρήκα μέσα σε ένα όρυγμα σαν κάστρο που προστάτευε από τον αέρα. Μια τρύπα σκαμμένη στο βουνό με πετρόχτιστους τοίχους. Η πιο πολυτελής και κυρίως χρήσιμη κατασκευή τη δεδομένη στιγμή.  Δε γνωρίζω ποιοι το έφτιαξαν αλλά ας είναι καλά οι άνθρωποι όπου και να είναι.  Η όλη διαδρομή σύμφωνα με τα στοιχεία του GPS κράτησε  2ώρες, 3 λεπτά, και 45 δευτερόλεπτα (βγάλε ένα τέταρτο περίπου για τους άλλους 2) και η απόσταση κάτι περισσότερο από 5 χιλιόμετρα.

Το "φρουριο"/ορυγμα της Κορυφής
Το GPS έδειχνε 1418μ. Πάνω στη κορυφή ένας μικρός πέτρινος σωρός που πιθανόν στα σπλάχνα του να έκρυβε κάποιο βιβλίο επισκεπτών όπως στο Αυγό αλλά ποιος είχε όρεξη να το ψάξει. Δύο μέτρα πιο πέρα το υψομετρικό. Μια τσιμεντένια κολώνα με ένα ιστό σημαίας αλλά δεν έχει εφευρεθεί ακόμα το ύφασμα που θα αντέξει το χειμώνα στο Τσάλ. Η θέα από κει συναρπαστική. Όση μπορέσαμε να δούμε δηλαδή γιατί ο αέρας δεν επέτρεπε να πολυχαρούμε τη «κατάκτηση». Βλέπαμε αφ ‘υψηλού όλες τις γνωστές τριγύρω κορυφές Αυγό, Μελτή, Μαύρο Ίσιωμα, Γρόνθος,  Καρπούζι και τα πομακοχώρια και στο βάθος κάτι που μάλλον ήταν η Σταυρούπολη. Στην απέναντι κορυφή το πάρκο κεραιών με τους πυλώνες να έχουν καλυφθεί από τη πάχνη-χιόνι έδιναν μια ακόμα υπέροχη πρωτόγνωρη εικόνα. Μία – δυο βιαστικές φωτογραφίες δίπλα στο υψομετρικό και ένα πανοραμικό βίντεο ήταν ότι πρόλαβα να τραβήξω και ανασκουμπωθήκαμε για την επιστροφή.
Υψομετρικό και Τύμβος
Κεραίες στην απέναντι κορυφή

Στη κατηφόρα τα πράγματα ήταν καλύτερα. Ο ήλιος είχε ανέβει λίγο ψηλότερα και η θερμοκρασία είχε αρχίσει να κερδίζει μερικούς βαθμούς. Το ζόρι και πάλι ήταν μέχρι να περάσουμε τη «Πολική Ζώνη». Από κει και κάτω η όλη διαδρομή ήταν ένας κρύος μεν  αλλά ευχάριστος ορεινός περίπατος με μία κάποια κούραση από τη ταλαιπωρία της ανηφόρας.

Ο Αλέξης λόγω της πίεσης του χρόνου άνοιξε το βήμα για να προλάβει να επιστρέψει και τον χάσαμε στη κατηφόρα. Σε τελική ανάλυση έκανε την μεγαλύτερη περπατητή διαδρομή καθώς θα έπρεπε να  διανύσει και την απόσταση μέχρι το σημείο που είχε το αυτοκίνητο. Ένα τηλεφώνημα προς το τέλος επιβεβαίωσε ότι όλα πήγαν καλά.

Στη κατηφόρα είχα και την ευκαιρία να πραγματοποιήσω επαφές ασυρμάτου μέσω του αναμεταδότη R2 με υπόλοιπους συναδέλφους ραδιοερασιτέχνες που έτυχε να βρίσκονται στο κύκλωμα το Σάββατο το πρωί. Μια ακόμα καλή παρέα λοιπόν προστέθηκε δια ασυρμάτου δια ασυρμάτου στη δική μας και μας κράτησε συντροφιά σχεδόν μέχρι το τέλος της διαδρομής.

Έτσι έλαβε τέλος η διαδρομή προς το Τσάλ. Θεωρώ ότι πήγαμε την πιο κατάλληλη εποχή. Παρόλο το κρύο, οι  κακές καιρικές συνθήκες δεν είναι και οι χειρότερες για την περιοχή. Αργότερα το χειμώνα τα πράγματα αγριεύουν στα 1400 μέτρα υψόμετρο. Είχαμε όμως την  ευκαιρία να πάρουμε μια εικόνα από το χειμερινό Τσάλ. Ίσως την επόμενη φορά, κάποια άλλη εποχή του χρόνου, να αλλάξω γνώμη και να θεωρήσω αυτή σαν καλύτερη. Μέχρι τότε όμως δε νομίζω να μπορέσω να ξεχάσω π.χ την εικόνα των 2 συνοδοιπόρων μου στη κάτασπρη πλαγιά του βουνού. Ευχαριστώ το Θεό που με αξίωσε να το ζήσω και βοήθησε όλα να πάνε καλά.

 Αν κάποιος ξέρει οτιδήποτε για την Ιστορία του Τσαλ, των κατασκευών, (τοίχοι, ορύγματα, κτλ) ή των γύρω βουνών, καλό θα ήταν να το μοιραστει με όλους μας. Οπότε το mail baxygr@gmail.com ειναι ανοιχτό σε όλους .

Η διαδρομή με geotagging φωτογραφίες και στατιστικά στοιχεία  είναι αναρτημένη στο Trimble Outdoors. Ρίξτε μια ματία και εκεί. Νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον.





Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

ΜΟΝΑΞΙΕΣ

Αφού δε πετύχαμε τη συνάινεση και δε μπορέσαμε να σχηματίσουμε μια μεταβατική ομάδα που θα οδηγήσει την παρέα σε νέες διαδρομές (σου θυμίζει τίποτα μέρες που είναι? ) αποφάσισα το ΣΚ να κάνω μόνος μου κανα δυο μικρές βολτίτσες για να μη χάσω την επαφή.

Οπότε στη σημερινή ανάρτηση μη περιμένετε φώτο, video και άλλα καλούδια αφου οι διαδρομές είναι κοντινές, γνωστές και δε συνέβη και τίποτα ενδιαφέρον να αναφέρω.
 
Αν παρόλα αυτά έχετε περιέργεια για το που πήγα μπορείτε να το δείτε στο Trimble Outdoors για το Σάββατο 5-11-11 εδώ & για τη Κυριακή 6-11-11 εδώ.

 






Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Αυγό by Night


Η συνεννόηση έγινε το βράδυ της Παρασκευής και αφού ο Αλέξανδρος δεν ήταν διαθέσιμος,  ξεκινήσαμε το Σάββατο πρωί - πρωί για το Αυγό με τον Σάββα .  6:15 σκοτάδι ακόμα και ξεκινήσαμε με τους φακούς μέσα στο δάσος. Τίποτα ιδιαίτερο αφού δε βλέπαμε τίποτα πέρα από την ακτίνα των φακών.

Φτάνοντας στη πρώτη κορυφή κοντά στο ξωκλήσι Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης είχαμε μια υπέροχη  θέα των φωτισμένων δρόμων της Πόλης με τα φώτα να λαμπιρίζουν και να τρεμοπαίζουν μέσα στο σκοτάδι. Συνεχίσαμε τη πορεία μας πάνω στο μονοπάτι και φτάσαμε στη βάση του κώνου και  μόνο όταν περάσαμε το ανηφορικό δασάκι με τη «κουπαστή, μερικά μέτρα χαμηλότερα από τη κορυφή είχε αρχίσει να φέγγει κάπως ο ουρανός.

Κάποια προσπάθεια για φωτογραφία με τη βοήθεια του φακού είχε το παρακάτω αποτέλεσμα. Ας είναι καλά τα φωσφορούχα του Σάββα που έδινα λίγο περισσότερο λάμψη J. Η θαμπάδα στη φώτο προέρχεται από τη βιασύνη μου να τραβήξω εν κινήσει. Εκείνη την στιγμή δεν το πήρα χαμπάρι ότι είχε κουνηθεί η φωτογραφία αλλά κουνημένη ξεκουνημένη αξίζει να είναι κατά δώ.


Στη κορυφή ο άνεμος πρέπει να ήταν περίπου 5-6 μποφόρ και άλλους τόσους βαθμούς Κελσίου  πρέπει να ήταν η θερμοκρασία. Συνθήκες που δεν μας επέτρεψαν να μείνουμε και πολύ. Η ώρα ήταν λίγο μετά τις 7:00 και σαν πρώτοι που φτάσαμε στη Κορυφή εκείνη την ημέρα, ανάψαμε το καντηλάκι και υπογράψαμε στο βιβλίο.

Στη κορυφή ήταν αρκετά φωτεινά. Μερικές φωτογραφίες και κάνα βιντεάκι στα γρήγορα ίσα – ίσα για να έχουμε κάποιες αναμνήσεις, Στη πόλη χαμηλά δεν είχε φύγει ακόμα το σκοτάδι και από τόσο ψηλά ο φωτισμός των δρόμων ήταν ακόμα ομορφότερος. Παρ' όλα αυτά το αποτέλεσμα των φωτογραφιών δεν ήταν και πάλι το αναμενόμενο. Τέλος πάντων αυτές έβγαλα, αυτές ανέβασα.

Πήραμε γρήγορα - γρήγορα το δρόμο της επιστροφής. Στο δασάκι της «κουπαστής» ήταν ακόμα σκοτεινά αλλά μόλις βγήκαμε  ο ορίζοντας είχε ασπρίσει   χωρίς ωστόσο ο ήλιος να έχει φανεί.  Ίσα – ίσα που είχε αρχίσει να «καίει» την άκρη των σύννεφων όταν «πιάσαμε» τη τελευταία κατηφόρα πάνω από την Ιερατική ενώ ανέτειλε πλήρως όταν είχαμε φτάσει χαμηλότερα λίγο πριν το τέλος. Μια καλή ευκαιρία για τη τελευταία φωτογραφία μέσα από τα δέντρα.







Η σημερινή διαδρομή δε προσφέρεται για ιδιαίτερες περιγραφές αφού τα έχουμε πει για το Αυγό.  Τι περισσότερο να πούμε? Ούτε βέβαια υπήρχε περιθώριο για  ιδιαίτερες φωτογραφίες αφού τι φωτογραφίες να βγάλεις μέσα στο σκοτάδι?

Αλλά ήταν μια καταπληκτική διαδρομή λίγο πρίν το χάραμα και μια πολύ ωραία εμπειρία η διαδρομή με φακούς, μέσα στο κρύο και τον αέρα.


Περισσότερες φώτο και ο χάρτης της διαδρομής στη σελίδα στο Trimble Outdoors.

 «Αυγό by night». 

Μέχρι την επόμενη ανάρτηση καλές διαδρομές σε όλους. 

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Στεφάνι


 Το Σάββατο 8/10/2011 δεν είχαμε πολύ χρόνο στη διάθεσή μας. Παρ’ όλα αυτά δε θέλαμε να χάσουμε την ευκαιρία να κάνουμε τη καθιερωμένη βολτίτσα μας και έτσι με τον Αλέξη είπαμε να κάνουμε μια κοντινή διαδρομή «κανά δυωράκι το πολύ» έτσι για αν μη χάσουμε την επαφή μας με το βουνό.

Το είδαμε από δω, το είδαμε από κει  και στο τέλος είπαμε να κάνουμε μια μικρή διάσχιση στο «στεφάνι» της Ξάνθης. Μη ψάχνεις για ένα μέρος με επίσημη ονομασία «Στεφάνι». Απλά δε βρήκα άλλο τρόπο να ονομάσω τη διαδρομή από την Ιερατική Σχολή μέχρι το Ψυχολογικό Κέντρο Ξάνθης δια μέσω του «Αυχένα», και της βάσης της κορυφής του «Αυγού» περνώντας από το «Ενδιάμεσο» (όπου αλλάζει το χρώμα είναι link, έτσι?) . Τέλος πάντων, άμα δε καταλάβες  δες τη διαδρομή στο Trimble Outdoors και τα βιντεάκια παρακάτω και θα καταλάβεις. Για ότι απορίες έχεις, έχουμε και e-mail : baxygr@gmail.com

Ξεκινήσαμε λοιπόν ακριβώς στις 7:00 (αφού ακούσαμε τη καμπάνα από το Μοναστήρι των Ταξιαρχών) από το Parking της Ιερατικής. Πήραμε τον δασικό χωματόδρομο αριστερά και ανεβήκαμε στο μονοπάτι προς το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής. Εκτενέστερη περιγραφή για το σημείο στην ανάρτηση " Αυγό από την άλλη.  "

Κάναμε μια μικρή στάση να πάρουμε μια ανάσα και να θαυμάσουμε τη θέα (…αν και ομιχλώδης) και συνεχίσαμε ανηφορικά μέχρι το δασάκι πιο ψηλά. Περάσαμε τους βράχους αριστερά από το πευκοδάσος και από το μονοπατάκι πάνω από τα καμένα φτάσαμε στο «Δέντρο του Βοριά». (όπου αλλάζει το χρώμα είναι link, έτσι? τα 'παμε αυτά.)  Λόγω έλλειψης χρόνου δε πολυμείναμε  στο σημείο αλλά όπως και να έχει δε γίνεται να μη θαυμάσεις τη σοφία της φύσης που έχει κατευθύνει τα κλαδιά με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν τη λιγότερη δυνατή αντίσταση στον άνεμο για να μη σπάσουν. Λίγα μέτρα πιο πάνω διασχίσαμε τον «Αυχένα» και στη συνέχεια κατεβήκαμε στο μικρό οροπέδιο στη βάση της κορυφής του «Αυγού». Από κει συνεχίσαμε για λίγο κάθετα  προς το «Αυγό» για να αποφύγουμε τη χαράδρα και στη συνέχεια προς το τέλος της χαράδρας εκεί που υπάρχει κάτι σαν γεφύρωμα, στρίψαμε αριστερά  με κατεύθυνση το «Ενδιάμεσο». Συνεχίσαμε έχοντας πάντα στα δεξιά μας τη κορυφή και από την άλλη πλευρά τη Ξάνθη που λόγω της καταχνιάς δεν είχε καλή ορατότητα.


Ανάμεσα στο «Αυγό» και στο «Ενδιάμεσο» υπάρχει μία ακόμα χαράδρα μεγαλύτερη από τη πρώτη. Είναι το ρέμα που βγάζει στο Καζίνο. Είχα την εντύπωση ότι και εκεί έχει ένα γεφύρωμα και ψάξαμε να το βρούμε. Τελικά ή δεν υπάρχει ή δε το βρήκαμε. Και αφού δε το βρήκαμε θα έπρεπε να χαράξουμε μόνοι μας τη πορεία. Ακολουθήσαμε λοιπόν τα ίχνη που έχουν σχηματιστεί, εδώ και χρόνια, από ένα ρυάκι που πέφτει μέσα στο ρέμα και κατηφορίσαμε προσεχτικά ελπίζοντας να μη συναντήσουμε ιδιαίτερες δυσκολίες στην ανηφόρα που μας περίμενε.  Έτσι βγήκαμε μέσα στη κοίτη του ρέματος και χρειάστηκε να περπατήσουμε για λίγα μέτρα προς τα πάνω για να βρούμε το κατάλληλο σημείο για την ανάβαση.  Περιττό να το πω αλλά ας το αναφέρω για να μη δημιουργηθούν λάθος εντυπώσεις.  Ευτυχώς που στο ρέμα δεν υπήρχε νερό. Αρκετός καιρός χωρίς βροχοπτώσεις και απέραντη ξεραΐλα βοήθησαν στη περίπτωσή μας να μη ταλαιπωρηθούμε χωρίς λόγο.  

Περάσαμε λοιπόν και τη κοίτη του ρέματος και ανηφορίσαμε προς τη πλαγιά του «Ενδιάμεσου»  με κατεύθυνση τα σκαλάκια και το δασάκι πάνω από τη Χρύσα που φυσικά δεν αργήσαμε να φτάσουμε.. Κάναμε μια εύκολη, ευχάριστη διαδρομή, θαυμάσαμε όσο μπορέσαμε τη Ξάνθη από ψηλά, είδαμε ωραία τοπία... το φχαριστηθήκαμε.

Μετά τα σκαλάκια περπατήσαμε ακόμα κανά χιλιόμετρο μέχρι το Ψυχολογικό Κέντρο Ξάνθης  όπου πήραμε το όχημα και … Τέλος. Μ’ αυτά και μ’ αυτά  πέρασε περίπου 1.5 ώρα και σύμφωνα με το GPS διανύσαμε περίπου 4.5χλμ. 

Για να δεις τα στατιστικά τη διαδρομής αλλά και να τη «κατεβάσεις» σε *.gpx μπορείς να επισκεφτείς το site. Αν θέλεις μπορείς να αφήσεις σχόλιο κάτω από την ανάρτηση ή να επικοινωνήσεις με e-mail στο baxygr@gmail.com. Τέλος μπορείς να ακολουθήσεις στο twitter: @baxygr και να με βρεις στο google+.

Μέχρι την επόμενη διαδρομή… CU.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Kαι πάω ... πάω ... πάω


Άλλη μια βολτίτσα στα βουνά, άλλη μια βολτίτσα που εξελίχθηκε σε «για αλλού ξεκίνησα και αλλού πάω»

Ξεκινήσαμε με τον Αλέξανδρο το πρωί του Σαββάτου 6:00 το πρωί ως συνήθως από το γνωστό σημείο της Ιερατικής με κατεύθυνση … προς τα πάνω! Είπαμε να πάμε προς το Μακάριο (Μάκακλαρ)  με μία μικρή παράκαμψη σε μια ραχοκοκαλιά  που έρχεται κάθετα πάνω στο Βορειοανατολικό μονοπάτι.

Ξεκινήσαμε μέσα στο σκοτάδι με φακούς και μόλις είχε αρχίσει να χαράζει όταν βγήκαμε από το δασάκι της βελανιδίας πάνω στο μονοπάτι 
Χάραμα
Όπως έχω ξαναγράψει, μετά τη διασταύρωση «Αυγό – Τσάλ» και μετά το δασάκι  με τις βελανιδιές παίρνεις το μονοπάτι που βρίσκεται στα Βορειοανατολικά του βουνού με κατεύθυνση όμως προς Βόρεια-Βορειοδυτικά . Αυτό το μονοπάτι έχει μήκος καμία 350αρια μέτρα και οδηγεί στη στροφή απ’ όπου βλέπεις  προς το Μακάριο. Το μονοπάτι είναι σχεδόν παράλληλο με το δρόμο της Σταυρούπολης που όμως δε φαίνεται γιατί παρεμβάλλονται άλλα υψώματα. 

Πάνω στο τέλος τη στροφής «έρχεται» από τα δεξιά μια ραχοκοκαλιά μήκους περίπου 600 μέτρων. Βλέποντας στο χάρτη αυτή τη λωρίδα βουνού μπορείς να πεις ότι η νοητή της προέκταση  βγάζει σχεδόν στο μοναστήρι τη Παναγίας Καλαμούς στο απέναντι ύψωμα σε απόσταση περίπου 1 χιλιομέτρου.


Στρίψαμε λοιπόν δεξιά με σκοπό να πάμε όσο πιο μακριά γινόταν. Δεν υπάρχει αυτό που λέμε μονοπάτι με τη κλασική έννοια και η διαδρομή ήταν εύκολη παρόλο το πετρώδες έδαφος. Εντελώς στην άκρη αυτής της πέτρινης «χερσονήσου» υπάρχει ένα απροσπέλαστο δασάκι με θάμνους βελανιδιάς. Ένα σμήνος από καμία 15αρια μπεκάτσες (μάλλον)  τρόμαξε στη παρουσία μας και «σηκώθηκε» μέσα από τους θάμνους κάνοντας ένα χαρακτηριστικό ήχο φτερουγίσματος.  Έτσι δικαιολογούνται και τα άδεια κυνηγετικά φυσίγγια που υπάρχουν διάσπαρτα στη διαδρομή. Φαίνεται ότι κάποιοι δεν έρχονται εδώ μόνο για τη βόλτα.

Είπαμε να μη προκαλέσουμε τη τύχη μας για να διασχίσουμε τους θάμνους και έτσι μείναμε καμία 20αρια μέτρα πριν την άκρη της κορυφής. Από εκείνο το σημείο υπάρχει μία άλλη οπτική γωνία και μπορείς πανοραμικά να δεις από τη πόλη μέχρι τη Θάσο στο βάθος, τη λίμνη Βιστωνίδα και έναν σκοτεινό όγκο πιο πίσω (πιθανόν η Σαμοθράκη), και καθώς στρίβεις το βλέμμα, όλο το ύψωμα της Παναγίας και τα κοντινά πομακοχώρια, Διάφορο, Σιρόκο, Στήριγμα, Γοργόνα κτλ. Επίσης μακρύτερα προς το Βορρά τα βουνά του Λειβαδίτη  και προς Δυτικά τα υψώματα προς Τσαλ, Αυγό κτλ. Το υψόμετρο εκεί είναι περίπου 350-400 μέτρα.

Θέα πρός τη πόλη
Θέα  προς τα πομακοχώρια
Γυρίσαμε πίσω και ξαναπήραμε το μονοπάτι προς το Μακάριο. Καθώς δεν είχαμε συγκεκριμένο προορισμό κάναμε σενάρια: Να πάμε όπως τη προηγούμενη φορά  στο Αυγο μέσω των υψωμάτων Φοινέα και Καλιάδι, να πάμε στο Μακάριο και βλέπουμε, να πάμε στα υψώματα μετά το Μακάριο και κτλ. Τελικά αποφασίσαμε να πάμε όπου βγει και τελικά μόλις μπήκαμε στο Μακάριο συμβουλευτήκαμε το GPS για να μας βοηθήσει στη τελική μας απόφαση.

Μονοπάτι μέσα στο δάσος Οξιάς
Βάση του GPS λοιπόν είδαμε ότι δεν ήμασταν παραπάνω από 2.5 χιλιόμετρα σε ευθεία από το Πίλημα και έτσι αμέσως τέθηκε ο στόχος. Ακολουθήσαμε τα σημάδια του μονοπατιού που οδηγεί προς το Τσάλ. Αμέσως μετά τα υψώματα γύρω από το Μακάριο το μονοπάτι μας έβαλε μέσα σε ένα όμορφο δάσος Οξιάς στον Οξίλοφο. Το τοπίο έμοιαζε παρόμοιο με τη διαδρομή προς τους καταρράκτες του Λειβαδίτη.  Το στενό πέρασμα έδειχνε σχεδόν από μόνο του το δρόμο. Είχαμε τις αμφιβολίες μας για το αν πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά όσο υπήρχε μονοπάτι, στενό-ξεστενό, το ακολουθήσαμε. Στη χειρότερη περίπτωση αν κάτι δε πήγαινε καλά, απλά θα γυρνούσαμε πίσω. Συμβουλευόμασταν βέβαια και το GPS και τις δορυφορικές φωτογραφίες αλλά μέσα στο δάσος δεν φαινόταν το μονοπάτι από ψηλά. Ήταν όμως πεντακάθαρα χαραγμένο και σημαδεμένο οπότε δεν υπήρχε πρόβλημα. Μονοπάτι μπορεί να μη φαινόταν από το δορυφόρο αλλά φαινόταν ένας χωματόδρομος προς τη κατεύθυνση που πηγαίναμε που φαινόταν να βγάζει στο Πίλημα. Σε λίγο από το τοπίο του Λειβαδίτη περάσαμε στο τοπίο του Αυγού. Διασχίσαμε ένα μικρό κομμάτι με πέτρες και ξεραΐλα και βγήκαμε σε ένα ανοίχτωμα όπου μάλιστα υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα κυνηγών. Είναι ένα πλάτωμα στη κορυφή του δασικού δρόμος όπου υπάρχει μία ποτίστρα για ζώα. Πιο πάνω συνεχίζεται ο χωματόδρομος και βγάζει στο μαντρί στο Μακάριο.  Κάπου στο βάθος προς τη Δύση φαινόταν ελάχιστα η κορυφή Μελτή καθώς επίσης και ελάχιστα η κορυφή του Αυγού στον Νότο. Από αυτό το σημείο ξεκινά και η ανηφόρα για το Τσάλ. Είχαμε κάνει περίπου 5.5 χιλιόμετρα διαδρομής.
Πλάτωμα
Πήραμε κατηφορικά το χωματόδρομο προς το Πίλημα. Λίγο πιο κάτω συναντήσαμε ένα κοπάδι αγελάδες. Ρωτήσαμε τον τσοπάνο και μας είπε ότι θέλουμε λιγότερο από μισάωρο για το χωριό. Μετά τη στροφή φάνηκαν από ψηλά και τα σπίτια. Στα δεξιά μας ο πέτρινος όγκος του Τσάλ και αριστερά ο γκρεμός και τα λιβάδια και στο βάθος τα πομακοχώρια. Στη τελευταία στροφή ακόμα ένα κοπάδι, με κατσίκια αυτή τη φορά.

Πηγάδι
Μπαίνοντας στο Πίλημα είχε ησυχία. Κάποιες γυναίκες ασχολούνταν με τους μπαξέδες και τα χωραφάκια τους και κάποια σκυλιά μας προειδοποιούσαν  να μη πλησιάσουμε προς το χώρο τους. Οι ρυθμοί σε αυτό το χωρίο στους πρόποδες του Τσάλ καμία σχέση με τους ρυθμούς της πόλης. Ήθελα μια καλή φωτογραφία από το χωρίο και την ευκαιρία μου την έδωσε ένα πηγάδι πάνω στο δρόμο μας. Οχι παλιό, όχι παραδοσιακό απλά ένα πηγάδι.

Θολωτή γέφυρα στον Κόσυνθο
Βγήκαμε από το χωρίο και περπατήσαμε για περίπου 3.5 χλμ μέχρι τη θολωτή γέφυρα του Κοσύνθου. Η Γέφυρα είναι τόσο παλιά που έχουν φαγωθεί τα τσιμέντα της και φαίνεται ο σιδερένιος οπλισμός. Τη διασχίσαμε και βγήκαμε στο δρόμο προς τη πόλη. Αμέσως ο ρυθμός άλλαξε. Αυτοκίνητα, φασαρία και κάποιες κόρνες πήραν τη θέση της μέχρι τώρα ησυχίας. Πάνω στη άσφαλτο της επαρχιακής οδού Ξάνθης Σταυρούπολης διασχίσαμε αλλά 6 περίπου χιλιόμετρα για να ξαναβρεθούμε στην Ιερατική όπου είχαμε αφήσει το όχημα.

Σύμφωνα με το GPS κάναμε κάτι λιγότερο από 20χλμ σε 4.5 ώρες. Ήταν αρκετή η κούραση κυρίως όταν στο τέλος έπρεπε να ξανανεβούμε στην Ιερατική. Πήγαμε όμως σε μέρη που δεν είχαμε ξαναπάει και είδαμε μέρη που δεν είχαμε ξαναδεί. Ελπίζω εσύ που διαβάζεις αυτή την ανάρτηση να σου άρεσε η περιγραφή όσο άρεσε σε μας η διαδρομή.

Αν θέλεις να δείς τη διαδρομή πάνω στο χάρτη μπορείς να επισκεφτείς τη σελίδα στο Trimble Outdoors.

Και ένα βιντεάκι με τους "φίλους" που προανέφερα και συναντήσαμε πάνω στο χωματόδρομο. lol.


CU Soon.