Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Αντάλοφος 2014. Το "Τάμα" που εκπληρώθηκε. Οι παρέες γράφουν την Ιστορία.


Η υπόσχεση είχε δοθεί από πέρσι τον Φεβρουάριο.  Ο Αντάλοφος δε μπορoύσε να περιμένει άλλο. Αλλά αυτή τη φορά δε θα ήταν μια απλή διαδρομή όπως οι άλλες : Ξυπνάμε νωρίς, περπατάμε, επιστρέφουμε. Αυτή τη φορά θα ήταν αναβαθμισμένη κατάσταση.

Η ιδέα είχε πέσει από τον Σάββα εδώ και καιρό. Διανυκτέρευση στο βουνό.

Εντάξει μη φανταστείς σκηνάκια, sleeping bags και φωτιά στο δάσος με παρέα τις αρκούδες. Σκεφτόμασταν κάτι πιο intellectual. Ένα ορεινό καταφύγιο,  ξενώνας η οποιοδήποτε κατάλυμα θα μας  ήταν αρκετό.  Πλακώσαμε τα τηλέφωνα αλλά με λύπη διαπιστώσαμε ότι κάποια από τα καταφύγια που είχαμε στο νου είτε είχαν κλείσει είτε δεν ήταν διαθέσιμα τη περίοδο που τα θέλαμε. Τελικά αυτό δε μας χάλασε και πολύ αϕού η τελική επιλογή αποδείχτηκε και η καλύτερη.

Στο κάτω-κάτω, μια καλή παρέα,  ένα όμορφο μέρος,  κατάλληλος καιρός και πολύ καλή διάθεση. Αυτά υπήρχαν.  Τι άλλο χρειάζεται κάποιος για να περάσει φανταστικά;

Κάναμε τις εντελώς απαραίτητες προμήθειες που περιλάμβαναν από κρέατα και ποτά μέχρι μερέντα και μακαρόνια και Σάββατο πρωί 2 jeep(s) και 6 περιπετειώδεις !!!  τύποι ξεκινάμε με προορισμό το Δασικό Χωριό Ερυμάνθου πάνω από τον Λειβαδίτη στη Ξανθή. Από τη διαδρομή κιόλας καταλάβαμε τι μας περίμενε από το χιόνι που είχε πέσει τις προηγούμενες μέρες.

Το πρόγραμμα λίγο αόριστο αλλά σίγουρα θα περιλάμβανε μια περιπατητική διαδρομή, μια διαδρομή on 4 wheels και ότι ήθελε προκύψει.

Φτάσαμε στον Ερύμανθο και μας δώσανε το σπιτάκι Νο 11 στην άκρη του χωριού.  Τα σπιτάκια εκεί πάνω μπορούν άνετα να φιλοξενήσουν 2 οικογένειες με μικρά παιδιά ή 6 ενήλικες  (με τις κατάλληλες προετοιμασίες) αρκεί να μην έχουν ύψους πάνω από 1,80m (λόγω των κρεβατιών). Εμείς διαθέταμε και ύψη πάνω από 1.80. Το πώς κοιμήθηκαν αυτοί το ξέρουν. Πάντως το πρωί καλά τους είδα, άρα μάλλον κανένα πρόβλημα.

Σε περίπτωση που κάποιος εκτός των υπολοίπων 5 !!!  διαβάσει αυτές τις γραμμές και χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες να αναφέρω ότι το σπιτάκι διαθέτει 2 δωμάτια με 2 κρεβάτια το καθένα και ένα σαλονάκι με ένα μπαουλοντίβανο, ένα μικρό καναπέ. Αν παίξει και κανένα φουσκωτό στρώμα ή καμία στρωματσάδα άνετα βολεύονται και περισσότερα άτομα καθώς η χρέωση είναι ανά σπιτάκι και όχι ανά άτομο. Διαθέτει ακόμα τουαλέτα, ένα χώρο αποθήκης, πλήρη κουζίνα και από θέρμανση 2 ατομικά καλοριφέρ, για κάθε δωμάτιο και το τζάκι στο σαλόνι. Μέχρι και ζεστό νερό υπάρχει για μπάνιο αν χρειαστεί. Στο μπαλκόνι υπάρχει και μία ψησταριά για τα μπινελίκια . Προφανώς όλα τα σπιτάκια είναι παρόμοια. Δε γνωρίζω αν υπάρχει κάποιο μεγαλύτερο. Στο χώρο πάντως υπάρχει και εστιατόριο για όποιον δε τα πάει καλά με τα κάρβουνα.

Ήταν μεσημέρι, Μόλις εγκατασταθήκαμε φύγαμε κατευθείαν για Αντάλοφο. Με τον Σάββα και το Τάσο είχαμε ένα «τάμα» να εκπληρώσουμε από τον Φεβρουάριο του 2013. Είχε περάσει ένα χρόνος που είχαμε δοκιμάσει τη πρώτη ανάβαση αλλά την αφήσαμε στη μέση λόγω του απίθανου χιονιού. Και αυτή τη φορά το χιόνι ήταν αρκετό αλλά σε καμιά περίπτωση όπως πέρσι. Ήταν τόσο όσο χρειαζόταν για να μην δυσκολεύει το περπάτημα αλλά να το φχαριστίεσαι και να το χαίρεσαι. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν 40εκ και ήταν και πιο παγωμένο οπότε τα πόδια δε βούλιαζαν και το περπάτημα ήταν πιο εύκολο.


Να σημειώσουμε εδώ ότι επίσημα η κορυφή ονομάζεται Ερύμανθος (εξού και το Δασικό Χωριό Ερυμάνθου). Πώς καθιερώθηκε σαν Αντάλοφος δεν έχω ιδέα. Μικρό το κακό όμως.


Η διαδρομή αποτελείται από 2 μέρη. Μία ημικυκλική πορεία μήκους ~1200m σε δασικό δρόμο που ξεκινάει από το Δασικό Χωριό του Ερύμανθου … και όλο αριστερά, και το ανηφορικό μονοπάτι μήκους λιγότερο από 700m που ξεκινάει από υψόμετρο ~1500m και καταλήγει στη κορυφή του Αντάλοφου στα κάτι λιγότερο από τα 1600m. Σε όλη τη διαδρομή υπάρχουν άσπρα/κόκκινα σημάδια πάνω στα δέντρα που δείχνουν το δρόμο και άρα δεν υπάρχει περίπτωση να χαθείς




Κάναμε λοιπόν την ημίκυκλική διαδρομή και πιάσαμε το μονοπάτι. Πάνω στο μονοπάτι το χιόνι ήταν πιο πολύ και δυσκόλευε περισσότερο το περπάτημα αλλά όχι αρκετό για να μας σταματήσει όπως τη προηγούμενη φορά. 

Άλλωστε αφού είχαμε φτάσει μέχρι εδώ δεν υπήρχε άλλος δρόμος εκτός της κορυφής.  

Αρχικά η πορεία είναι μέσα στο δάσος, στη συνέχεια σε ένα ξέφωτο, μετά πάλι λίγο δάσος και μετά μια περιοχή που οριοθετείται από το παλιό lift και σε ύψος περίπου  70 μέτρων ο Αντάλοφος … η κορυφή.

 
 
Το lift εγκαταστάθηκε το 1982 από τον ΕΟΣ Ξάνθης σε μια προσπάθεια αξιοποίησης της πλαγιάς σαν πίστα σκι.Δε γνωρίζω πόσο δούλεψε και αν οι άνθρωποι χάρηκαν το δημιούργημά τους. Τώρα  έχει εγκαταλειφθεί και παραμένει ένα ερείπιο,  μοναδικό πάντως ορόσημο της περιοχής και σημάδι της αγάπης κάποιων για το βουνό. 

Στο ιστορικό του συλλόγου αναφέρεται ότι έχει μήκος 180 μέτρων  άρα τόση ήταν και η τελική απόσταση που θα έπρεπε να διασχίσουμε για να ανεβούμε τα τελευταία 70 μέτρα του υψόμετρου. Βέβαια δε πήγαμε ευθεία άρα υπολόγισε σύνολο καμιά 300αριά μέτρα με τα ζιγκ ζαγκ για να είσαι μέσα.




Η Κορυφή του Αντάλοφου είναι αρκετά περιορισμένη. Καμία σχέση με αυτή του Αυγού, ή του Γυφτόκαστρου, ή του Καρπουζιού.  Πρακτικά ένας μεγάλος βράχος περιτριγυρισμένος κατά τα 2/3 με δέντρα – κάποια από τα οποία απογυμνωμένα από το αγιάζι - που δεν επιτρέπουν περιμετρική θεά.


Η επιφάνεια είναι αρκετά μικρή με περιορισμένο οπτικό πεδίο. Ειδικά προς το Βορρά δεν έχει καθόλου ορατότητα. Πρακτικά είναι ένα μικρό μπαλκόνι με θέα μόνο προς το Νότο. Τι θέα όμως !!!. Πρώτα απ’ όλα ακριβώς μπροστά σου έχεις ένα «γκρεμό». Αυτή η νότια πλευρά του Αντάλοφου είναι απότομη και αν δεν έκανα λάθος υπολογισμούς έχει ύψος τουλάχιστον 150-160 μέτρα. Κάτω χαμηλά το μάτι καταλήγει στο Δασικό Χωριό με τις κεραμοσκεπές να αχνοφαίνονται στο βάθος. Όπως μάθαμε αργότερα έχει δημιουργηθεί και μονοπάτι  από το Δασικό Χωριό προς τον Αντάλοφο απ’ ευθείας.

  

Στο βάθος βλέπεις όλες τις κορυφές της περιοχής του Λειβαδίτη, Δρυμός, Μαυρομάτι, Στρέφι, Τσίχλα  (τα ονόματα παρμένα από τους χάρτες του ΕΟΣ, αν κάνω λάθος στο προσανατολισμό  σχορνάτε με). Ακριβώς απέναντι η κορυφή της Χαιντούς με το δρόμο προς το παρατηρητήριο να  ξεχωρίζει καθαρά.  Εκεί πάνω μάλιστα είχε και σήμα κινητής (Ελλάδα και όχι Βουλγαρία, πάλι καλά) οπότε ήταν μια καλή ευκαιρία για ένα τηλέφωνο στο σπίτι και γιατί όχι και λίγη ζωντανή μετάδοση με 3G.



Αυτό ήταν. Το «τάμα» εκπληρώθηκε και με το παραπάνω. Τρεις το κάναμε έξι το εκπληρώσαμε. Ο Ηλίας, ο Αλέξης και ο Σταμάτης βοήθησαν σε αυτό. Δε καθίσαμε όμως περισσότερο. Άλλωστε πλησίαζε το απόγευμα και είχαμε και ένα σωρό προμήθειες που θα έπρεπε να καταναλωθούν. Πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Πολύ πιο διασκεδαστικός, με τα γλιστρήματα, τις τούμπες και τα παιχνίδια στο χιόνι όσο κατεβαίναμε τη κορυφή και πολύ πιο γρήγορος όσο σκεφτόμασταν τα καλούδια που μας περίμεναν (αλλά θα έπρεπε να ετοιμάσουμε πρώτα).



Πίσω στο σπιτάκι λοιπόν, χωρίς συνεννοήσεις και προγραμματισμό, αναλάβαμε σαν καλοκουρδισμένο ρολόι  τις διάφορες δουλειές.  Εγώ με τον Σταμάτη στα ψησίματα, ο Ηλίας τις πατάτες (ώ! ναι είχαμε και πατάτες) ο Αλέξης τα ξύλα και τα σαλατικά (στη τεχνοτροπία του κυβισμού),  ο Σάββας με τον Τάσο το καθάρισμα, το τζάκι, τη διευθέτηση του χώρου και κυρίως τη μουσική.  Το άκρον άωτον της περιπέτειας.



 


Δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να αναφερθώ στο φαγοπότι. Κουβέντα στη κουβέντα, πλάκα στη  πλάκα πείραγμα στο πείραγμα , νύχτωσε και μετά τη χώνεψη η παρέα ήθελε καφέ. Η ιδέα να πάμε στο εστιατόριο-καφετέρια του Δασικού Χωριού αποδείχτηκε πολύ καλή κυρίως όσο αφορούσε την επόμενη μέρα.

Καθώς είχαμε έρθει χωρίς ιδιαίτερο πρόγραμμα, αλλά «έναν Αντάλοφο και ότι άλλο προκύψει», μας φάνηκε πολύ χρήσιμο το ότι ήρθε στη παρέα μας ο Σαράντης της ΕΟΔ και μας έδωσε πολλές πληροφορίες για το πού θα μπορούσαμε να πάμε, τις διαδρομές, τις αποστάσεις και τα ενδιαφέροντα σημεία. Ενδιαφέρουσες επίσης ήταν και οι διαφορές ιστορίες που είχε να μας διηγηθεί και κυρίως (αυτό το διαπίστωσα την επόμενη μέρα) ιστορίες συνδεμένες με τις τοποθεσίες που θα πετυχαίναμε στο δρόμο μας.  Πολύ καλός γνώστης της περιοχής μας έδωσε και ένα σκαρίφημα που περιλαμβάνει τους δασικούς δρόμους και τις κύριες τοποθεσίες του ορεινού όγκου του Λειβαδίτη.

Έτσι σιγά – σιγά διαμορφωνόταν στο μυαλό το Σάββα το αυριανό πρόγραμμα.  Στην επιστροφή στο σπιτάκι μας πήρε τα μεσάνυχτα και βάλε  με το να συζητάμε για το επόμενο πρωινό. Πήραμε και 2 τράπουλες για να περάσει η ώρα λες και δεν θα είχαμε τίποτα άλλο να κάνουμε. Τελικά το επόμενο δίωρο καταναλώθηκε και πάλι σε κουβεντούλα, ιστορίες, γέλια αλλά και προγραμματισμό δραστηριότητας.  Σαν κύριος στόχος ήταν η γέφυρα του Λεωνίδα  και μετά από διαδρομή στους δασικούς δρόμους και το μνημείο πεσόντων, κατάληξη στον καταρράκτη του Λειβαδίτη και επιστροφή σπίτια μας.
  
Η νύχτα δε πέρασε ιδιαιτέρα εύκολα για όλους αφού η έξαψη για όσα έγιναν και για όσα πρόκειται να ακολουθήσουν  ήταν εμφανής. Τελικά η κούραση μας κατέβαλε όμως αντί να έχουμε πολύ πρωινό ξύπνημα και νωρίς αποχώρηση, με το πρωινό (είπαμε είχαμε και κάτι μερέντες) τον καφέ τη κουβέντα και  τη προετοιμασία μας πήρε καλές 10 για να ξεκινήσουμε.  

Ο δρόμος που πήραμε ήταν  χωμάτινος , δασικός και σκεπασμένος με χιόνι στο όριο του «βάζω, δε βάζω αλυσίδες». Αποφασίσαμε να μη βάλουμε αλλά υπήρχαν φορές που το μετανιώσαμε. Όπως π.χ όταν τα SUV παλατζέρναν και πετούσαν κωλιές ή όταν κολλούσαν στο λόγω των ακαταλλήλων για χιόνι λάστιχων. Βέβαια ακόμα και το σκάψιμο με το χέρι και το σκούντημα ήταν μέρος της εμπειρίας. Από τη στιγμή που όλα τελείωσαν καλά βέβαια.




Η επικοινωνία με τα 2 οχήματα γινόταν με ασυρμάτους αλλά η πλοήγηση βάση του χάρτη-σκαριφήματος που μας έδωσε ο Σαράντης. Από πλευράς κλίμακας ή σχεδιασμού δεν ήταν ένας ακριβής χάρτης αλλά ήταν ακριβέστατος όσο αφορά τα τοπωνυμία, τις αποστάσεις και τις κατευθύνσεις.

Ο βασικός κανόνας είναι « όλο αριστερά». Για να πας στη γέφυρα του Λεωνίδα  ακολουθείς τον κεντρικό από τους 3 «μεγάλους» δρόμους που διασταυρώνονται έξω από το Δασικό Χωριό και παραμένεις «όλο αριστερά» σε κάθε διασταύρωση που συναντάς. Παρένθεση : Σε όλες εκτός από μία. Μία πινακίδα ορίζει μία θέση θέας  στα αριστερά (πανόραμα έγραφε αν θυμάμαι καλά αλλά μη πολυβασίζεστε σε αυτό), περίπου 5 χιλιόμετρα από την εκκίνηση. Σε εκείνη τη διασταύρωση πρέπει να μείνετε δεξιά. Κλείνει η παρένθεση. Σε 2 ½ χιλιόμετρα είναι και τα λυόμενα του Λεωνίδα  (μάλλον ερειπωμένες κατοικίες ξυλοκόπων ;;;) και σε ακόμα 2  «όλο αριστερά» μπαίνεις  σε ένα μικρό χωματόδρομο που συναντάς και ένα πεσμένο κιόσκι και άμα δε προσέξεις αρκετά θα χάσεις και τη γέφυρα αλλά και τον Λεωνίδα τον ίδιο (που λέει ο λόγος).

Βλέπεις στις μέρες μας ο δασικός δρόμος δε περνάει πάνω από τη γέφυρα του Λεωνίδα αφού έχει κατασκευαστεί μία άλλη τσιμεντένια γέφυρα καμία 200αρια  μέτρα πριν. Μετά τη τσιμεντένια και καθώς ο δρόμος πάει παράλληλα προς το Αρκουδόρεμα αν δεν έχεις το νου σου μπορεί να προσπεράσεις το φράχτη του Δασαρχείου (σπασμένος) και τη κουπαστή  και να μη δεις τη γέφυρα που είναι πλέον κάθετη προς το χωματόδρομο. Δεν υπάρχει και κάποια πινακίδα… Με τα βρύα και τα χόρτα αλλά και το χιόνι που είχε καλύψει όλη τη περιοχή η γεφυρούλα ήταν καλά καμουφλαρισμένη και ευτυχώς που είχαμε επικοινωνία με τον Σαράντη μέσω ασυρμάτου που μας υπέδειξε το σωστό σημείο,  που είχαμε όμως ήδη προσπεράσει και θα έπρεπε να γυρίσουμε προς τα πίσω. Ευκαιρία για λίγο περπάτημα και ξεμούδιασμα.





Τη γέφυρα του Λεωνίδα τη ψάχναμε εδώ και καιρό. Όχι ότι είχαμε ανεβεί και δε μπορούσαμε να τη βρούμε. Απλά ανάμεσα στις κουβέντες που κατά καιρούς κάναμε, κάποιες φορές αναφερόμαστε και σε αυτή σαν πιθανό προορισμό. Άλλωστε είχαμε ήδη επισκεφτεί τις δύο γέφυρες με όνομα : αυτή του Παπά στο Ωραίο  και του Σταμάτη στο Βασιλοχώρι  και χρειαζόμασταν και τη 3η για να κλείσει το τρίπτυχο.

Ελάχιστες οι πληροφορίες που μαζέψαμε. Ότι έχει πέσει και έχουν μείνει μόνο τα 2 βάθρα της, ότι την έχουν γκρεμίσει χρυσοθήρες, ότι είναι πολύ δύσκολο να τη βρεις, ότι δεν αξίζει να πας εκεί κ.α. Τελικά λίγα απ’ όλα ισχύουν ή μάλλον στο περίπου. Ευτυχώς δεν έχει πέσει αλλά σίγουρα έχει τραυματιστεί από τους χρυσοθήρες καθώς είναι εμφανείς οι «επεμβάσεις» τους τόσο στη βάση όσο και στα βάθρα της γέφυρας (που στους γιατρούς να τα φάνε). Πραγματικά είναι πολύ μικρή , 6-7 μέτρα όλη κιόλη, μονότοξη, και έτσι όπως έχει διαμορφωθεί το τοπίο τώρα σε κάνει να αναρωτιέσαι για τη χρησιμότητα της στο συγκεκριμένο σημείο πάνω από το Αρκουδόρεμα. Βέβαια τον καιρό που χτίστηκε τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και σίγουρα η χρησιμότητά της ήταν πολύ μεγαλύτερη.



 Έψαξα και στο internet μπάς και βρω οποιαδήποτε πληροφορία αλλά μάτια. Το πιο «πλούσιο» υλικό που βρήκα ήταν στη σελίδα του Υδροκρίτη  αλλά και αυτό όχι και πολύ επεξηγηματικό. 5 προτάσεις όλο κιόλο.

 "Η περιοχή της ορεινής Ροδόπης είναι διάσπαρτη από μικρά και μεγάλα τοξωτά γεφύρια που φυσικά δεν τα γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος λόγο της δύσκολης πρόσβασης σε αυτά.


Η μικρή αυτή γέφυρα είναι μήκος το πολύ 6-7 μέτρα και διασχίζει το αρκουδόρεμα που είναι ένας από τους βασικούς παραπόταμους του Νέστου. Φυσικά λόγο της μειωμένης βροχής τους τελευταίους μήνες, δεν έχει πολύ νερό.


Πρόκειται για γέφυρες οι οποίες είναι κατά μήκος των αρχαίων δρόμων και μονοπατιών που ένωναν την Βόρεια Ελλάδα με τις υπόλοιπες χώρες. Δεν είναι τυχαίο που πάνω σε αυτές τις διαδρομές υπάρχουν διάσπαρτα κάστρα και φρούρια όπως της Καλύβας και Γυφτόκαστρου, που είναι τα πιο γνωστά, τα οποία έχουν κατασκευαστεί από την Ρωμαική εποχή ακόμα, για να προστατεύουν τις διαβάσεις και τους δρόμους που οδηγούν στην πεδινή Θράκη και την υπόλοιπη Ελλάδα γενικότερα από επιδρομές από τον Βορά"

Βέβαια εμένα προσωπικά με εξιτάρουν φράσεις όπως «αρχαίων δρόμων και μονοπατιών» ή «διάσπαρτα κάστρα και φρούρια». Η φαντασία οργιάζει σκεπτόμενος  αρχαίους στρατούς, καραβάνια, χωρικούς, κοπάδια, ξυλοκόπους  και αγωγιάτες στα βάθη της ιστορίας να διασχίζουν τα μοναδικά περάσματα.Την διασχίσαμε, τη φωτογραφίσαμε, τη βιντεοσκοπήσαμε, τη χαρήκαμε και μας χάρηκε και ξεκινήσαμε για το υπόλοιπο της τζιπάδας. 

Ακολουθήσαμε για λίγο παράλληλα το Αρκουδόρεμα και στρίψαμε και πάλι αριστερά σε ακόμα μία διασταύρωση πάνω σε μια τσιμεντένια γέφυρα. Εκεί η περιοχή ήταν «Νότια» καθώς δεν υπήρχε ίχνος χιονιού. Ο καθαρός χωματόδρομος μας έκανε να ανεβάσουμε λίγο ταχύτητα μέχρι που μια μικρή αβαρία μας έκοψε τη φόρα. Ας είναι καλά ο Τάσος που χώθηκε κάτω από το jeep(s) και διόρθωσε επί τόπου τη βλάβη.

Κάπου εκεί έχασα και τον προσανατολισμό μου καθώς ο χρόνος της διαδρομής μου είχε φανεί πολύ μεγαλύτερος έτσι όπως τον υπολόγιζα βάση του χωρίς κλίμακα σκαριφήματος. Παρ’ όλα αυτά πάνω στο δρόμο Αρκουδορέματος – Κερασοχωρίου βρεθήκαμε σε ένα καταπληκτικό σημείο μίας υπέροχης θέας με αμφιθεατρικά υψώματα και κάθετους βράχους να κόβουν την ανάσα. Τόσο μεγαλειώδες το τοπίο που παρόλο που το βιντεοσκόπησα πραγματικά δεν αξίζει να παραθέσω υλικό γιατί θα χάσει τη μαγεία του. Η φύση και πάλι καλλιτέχνησε στα βουνά της Ροδόπης.

Πλησιάζαμε προς τη διασταύρωση του Κερασοχωρίου όταν το μάτι μας έπεσε πάνω σε ακόμα μια ομορφιά. Από ύψος περίπου 10 μέτρων σχηματιζόταν ένας μικρός καταρράκτης με παγωμένα σε μερικά σημεία νερά. Ένα επιβλητικό, πανέμορφο, φυσικό, υπερθέαμα που το μόνο που το χαλούσε ήταν το ότι δεν είχε περισσότερο νερό. Παρ όλα αυτά ήταν κάτι αναπάντεχα όμορφο που άξιζε ένα 10λεπτο παρατήρησης. Κατεβήκαμε από τα οχήματα, βάλαμε Ποντιακά στο τέρμα και θαυμάζαμε ακόμα ένα κόσμημα της φύσης.




Στην επόμενη διασταύρωση στρίψαμε δεξιά. Μπήκαμε σε ένα δάσος από έλατα και σκεφτόμασταν πόσο όμορφα θα ήταν καλυμμένα από χιόνι. Δε πειράζει, και έτσι όμορφα ήταν.


Προορισμός μας αυτή τη φορά το Μνημείο Πεσόντων στη θέση «Σιδηρά Πύλη» . Δυστυχώς η Ιστορία είναι γεμάτη μαύρες σελίδες. Μια από αυτές γράφτηκε εδώ πάνω όταν στις 12/08/1944 εκτελέστηκαν 25 άντρες από το χωριό Τραχώνι Δράμας   (καμία 5 χιλιόμετρα από το σημείο) επειδή αρνηθήκαν να δηλώσουν Βουλγαρική υπηκοότητα κατά την απογραφή. Ένας Σταυρός πάνω σε ένα βράχο και ένα μαρμάρινο μνημείο με τα ονόματα των εκτελεσθέντων 30 μέτρα στο βάθος θυμίζουν στον επισκέπτη τις θηριωδίες του πολέμου. Ε! όσο να ’ναι μας χάλασε το όλο σκηνικό. Καθόμασταν αμίλητοι και κοιτούσαμε το μνημείο. Το φωτογραφίσαμε μεν αλλά … 


Δε πρέπει να γίνονται τέτοια πράγματα. Τώρα είναι ένα μνημείο. Μη ξεχνάμε όμως ότι ήταν ένας τόπος εκτέλεσης.


Συνεχίσαμε πάνω στο χωματόδρομο. Στο δρόμο βλέπαμε ταμπελάκια από τον αγώνα Rodopi Ultra Trail (rout) , Το κομμάτι αυτό αποτελεί το  τέλος του αγώνα των 160 χιλιομέτρων στα Βουνά της Ροδόπης που ξεκινά από το Παρανέστι και τερματίζει στο Δασικό Χωριό του Ερύμανθου.

Τελευταίος προορισμός all time classic  ο Καταρράκτης του Λειβαδίτη. Παρκάραμε και αρχίσαμε το κατέβασμα. Καλό το κατέβασμα δε λέω αλλά σαν το ανέβασμα δεν έχει. Σκεφτόμενος λοιπόν το ανέβασμα που με περίμενε έδωσα την ευχή μου στην υπόλοιπη παρέα και έμεινα στα μισά της διαδρομής ώστε να πάρω την μισή ανηφόρα στη συνέχεια. Ο Τάσος έμεινε για παρέα μου. Άλλωστε στον Καταρράκτη έχουμε πάει ουκ ολίγες φορές. Περίπου στα μέσα της διαδρομής έχει ένα κιόσκι, λίγο αριστερά ένα βράχο και πάνω στο βράχο μια εξίσου όμορφη θέα, Τον λεγόμενο μικρό καταρράκτη του Λειβαδίτη. 

Λέγεται ότι αυτόν τον καταρράκτη δε το πετυχαίνεις πάντα με τόσο νερό. Ε! εμείς ήμασταν τυχεροί. Εντάξει δεν είναι σπάνιο να τον πετύχεις αλλά δε σημαίνει ότι υπάρχει όλο το χρόνο. Συνήθως δε πλησιάζεις κοντά (αν και έχει κάποιο μονοπάτι) όπως τον μεγάλο,  αλλά τον θαυμάζεις από απόσταση.


 
 

Στο σημείο εκείνο επέλεξα να τοποθετήσω μία κρύπτη. Ξεκινόντας ο αρχικός μου στόχος ήταν να τη τοποθετήσω κοντά στο μεγάλο καταρράκτη. Το κακό είναι ότι εκεί υπάρχει ήδη καταχωρημένη μία κρύπτη που έχει εξαφανιστεί. Αυτήν είχαμε προσπαθήσει να βρούμε με τον Σάββα όταν ξεκινούσαμε το κυνήγι πρίν από 3 χρόνια. Η κρύπτη  GC2NHDP Leivaditis waterfalls  δεν υπάρχει πλέον. Καθώς οι κανόνες του παιχνιδιού δεν επιτρέπουν 2 κρύπτες κοντά - κοντά είχα ζητήσει από τον ιδιοκτήτη να την ακυρώσει για να μπορέσω να εγκαταστήσω τη δικιά μου. Δυστυχώς ο Hyperdesmo δε μου απάντησε έγκαιρα οπότε εγώ δε μπορούσα να βάλω τη δικιά μου σε εκείνο το σημείο.  Έτσι επέλεξα το βράχο απέναντι από τον μικρό καταρράκτη. Τώρα που το σκέφτομαι έκανα μία μάλλον πρόχειρη τοποθέτηση σχεδόν πάνω στην επιφάνεια του βράχου και τελείως ακάλυπτη…τέλος πάντων. Η κρύπτη  Flash Light Cache που ακόμα δεν έχει δηλωθεί στο www.geocaching.com είναι τοποθετημένη από τις 9 Φεβρουαρίου 2014. Μόλις δηλωθεί θα περιμένει τους επίδοξους geocachers. Είναι ένας φακός που κρύβει μέσα του το logbook και ένα μικρό μολυβάκι. Καλό κυνήγι.

 


Πήραμε με τον Τάσο την ανηφόρα (τη μισή) εμένα πάντως μου βγήκαν τα σκότια ολόκληρα. Δεν είμαι για τέτοιες ταλαιπωρίες εγώ. Σε λίγο ανέβηκαν και οι υπόλοιποι συνοδοιπόροι κατενθουσιασμένοι από το θέαμα που συνάντησαν.

Δε ξέρω τι να γράψω για επίλογο. Όταν περνάς τόσο ωραία, όταν συναντάς τόση ομορφιά, όταν μπλέκεσαι σε τόση περιπέτεια ε! τότε δε θέλεις να τελειώσει ποτέ. Οπότε δεν έχει επίλογο. Έχει μόνο…. What’s next???