Κυριακή 24 Απριλίου 2011

Μια βόλτα στο Ενδιάμεσο

Αν κοιτάξεις τα υψώματα που περιτριγυρίζουν τη Ξάνθη  προς τη Χρύσα, ξεχωρίζουν 3 χαρακτηριστικοί ορεινοί όγκοι. Ο ένας στα αριστερά είναι το γνωστό «Αυγό» το οποίο αποτελεί και τη «μούσα» αυτού του ιστολογίου. Το άλλο ύψωμα είναι η «Μελτή» ή«Μισκιν Τεπέ» με τη πριονωτή πλαγιά που έχει και τη ψηλότερη και πιο μυτερή κορφή κα ανάμεσα σε αυτά τα 2 είναι ένα χαμηλότερο ύψωμα με 2 στρογγυλεμένες κορυφές για το οποίο όσο και αν έψαξα δε βρήκα κάποια επίσημη ή ανεπίσημη ονομασία και για αυτό θα το αποκαλέσω «Ενδιάμεσο».

 Το «Ενδιάμεσο» λοιπόν ήταν ο στόχος μας για  το Σάββατο 9 Απριλίου του 2011. Έτσι πήραμε το δρόμο πάω από τη Χρύσα δίπλα από τη δεξαμενή, πάνω από το Ψυχολογικό κέντρο. Μετά το μικρό μονοπατάκι ανάμεσα στ πεύκα, μερικά τσιμεντένια σκαλάκια μας έβγαλαν στους πρόποδες του «Ενδιάμεσου». Από αυτό το σημείο ξεκινάει και η 4ηεναλλακτική διαδρομή για το «Αυγό» και ο περίφημος κώνος του βρίσκεται μπροστά και προς τα δεξιά από το τσιμεντένιο κεφαλόσκαλο. 
Το Αυγό δεξιά
Τα 2 υψώματα χωρίζονται από μία χαράδρα που καταλήγει στα παλιό λατομείο που περιγράφεται  σε προηγούμενη ανάρτηση οπότε πρώτο μας μέλημα ήταν να δούμε σε ποιο σημείο ενώνονται και από πού πάει το μονοπάτι για το «Αυγό».  Έτσι λοιπόν ο Σάββας κατηφόρισε προς τη χαράδρα ενώ εγώ συνέχισα προς τα πάνω ώστε να έχουμε άποψη της περιοχής από 2 κατευθύνσεις. Αυτό το σημείο βρίσκεται περίπου 700-800 μέτρα από τα τσιμεντένια σκαλάκια, προς τα δεξιά, πριν αρχίσει να βαθαίνει η χαράδρα, πάνω από τα καμμένα.
Από το μονοπάτι του Αυγού
Πρός το μονοπάτι του Αυγού
 Αφού βρήκαμε το μονοπάτι συνεχίσαμε την ανηφόρα μέχρι τη πρώτη μικρότερη κορυφή έχοντας πάντα στα δεξιά μας το «Αυγό» που έκρυβε τον ήλιο που είχε αρχίσει να ανατέλλει πάνω από τη πόλη. Η διαδρομή δεν είναι δύσκολη, απλά ανηφορική. Δεν υπάρχει κάποιο σηματοδοτημένο μονοπάτι (ή τουλάχιστον εμείς δε βρήκαμε κάτι) αλλά δεν υπάρχει και κανένας ιδιαίτερος λόγος για αυτό αφού στο γυμνό βραχώδες έδαφος δεν υπάρχει κάτι που να εμποδίζει την άνοδο.
Ανηφόρα
Ανηφορίζοντας όχι κάθετα αλλά πλάγια φτάσαμε προς τη δυτική πλευρά όπου πλέον μπορούσαμε να δούμε σχεδόν από το ίδιο ύψος τις πριονωτές πλαγιές του «Μισκίν Τεπέ». Εκεί υπάρχουν και κάποιο πεσμένοι πάσσαλοι από ένα παλιό συρματένιο φράχτη προφανώς για προστασία περηπατητών ή κοπαδιών τα παλιότερα χρόνια.
Πάσαλος
Συρματόπλεγμα










Η θέα προς τη πόλη είναι περιορισμένη αφού το «Αυγό» κρύβει όλη την ανατολική πλευρά και η πρωινή καταχνιά εμπόδιζε το μάτι να φτάσει μακριά προς το κάμπο και προς τα Δυτικά οπότε δε δώσαμε και πολύ σημασία στο θέμα «θέα» και συνεχίσαμε προς τη πρώτη «κορυφή».  Στη πραγματικότητα δε πρόκειται ακριβώς περί κορυφής αλλά για ένα πλάτωμα σε υψόμετρο λίγο περισσότερο από 500 μέτρα στο τέλος της ανηφόρας κάτι περισσότερο από 1 χιλιόμετρο από το σημείο που ξεκινήσαμε. Για το ψηλότερο σημείο του «Ενδιάμεσου» χρειάζονται ακόμα περίπου 600 μέτρα  Αυτά τα τελευταία μέτρα έχουν περισσότερη βλάστηση από τη προηγούμενη ξερή βραχώδη πορεία. Εκεί τελικά είδαμε και κάποια αραιά, παλιά, ξεθωριασμένα σημάδια από παλαιότερες ορειβατικές αποστολές  που οδηγούν προς το υψηλότερο σημείο.
Παλίο σημάδι
 Ανάμεσα στο πλάτωμα και τη κορυφή υπάρχουν  ερείπια τοίχους πιθανότατα συνέχεια της οχύρωσης του «Κάστρου του Αυγού» ή άλλης ξεχωριστής κατασκευής. Είναι να απορεί κανείς με τις συνθήκες που επικρατούσαν τα παλιότερα χρόνια και που ανάγκαζαν τους ανθρώπους να κατασκευάζουν τείχη σε τέτοια μέρη. 
Ερείπια Τοίχους
 Χωρίς  ιδιαίτερο κόπο φτάσαμε στη κορυφή που είναι χαμηλότερη από το «Αυγό». Η θέα προς τα υπόλοιπα βουνά είναι καταπληκτική. Στα Δυτικά είχαμε τις πριονωτές κορυφές πάνω από τη χαράδρα που χωρίζει το «Ενδιάμεσο» και το «Μισκίν Τεπέ» και πιο ψηλά τη κορυφή. Ίσια μπροστά το «Τσάλ» στο οποίο προφανώς μπορείς να φτάσεις αν συνεχίσεις την πορεία  προς στο βορά και αριστερά μας το «Αυγό». Με τα κιάλια βρήκαμε ενδιαφέροντα σημεία στα τριγύρω βουνά όπως π.χ το υψομετρικό της απέναντι κορυφής,  κάποια απροσδιόριστη κατασκευή στο βάθος της χαράδρας κοντά σε κάτι που έμοιαζε με σπαρμένο χωράφι, κάποια μαντριά ανάμεσα στο «Αυγό» και στο «Τσάλ» ή τα ερείπια του κάστρο  στη κορυφή του «Αυγού» που όμως δε πολυφαινόταν γιατί μας εμπόδιζε η αντηλιά.

                                                      

Κάτσαμε ακόμα κανά 10λεπτο και έπειτα πήραμε το δρόμο της επιστροφής.  Κάποια στιγμή στη παρέα μας 2 σκυλιά που μας συντρόφευσαν για λίγο μέχρι να τα φωνάξει το αφεντικό τους που έκανε τη βόλτα του προς το «Αυγό». 

Κατηφόρα
 Στη κατηφόρα  ακολουθήσαμε λίγο διαφορετική διαδρομή αφού πλέον δεν υπήρχε κάποιος λόγος για παράκαμψη και συναντήσαμε κάτι μικρούς σκαμμένους για προφανώς κάποια άλλου είδους δραστηριότητα. Ένας μικρός βράχος στηριγμένος πάνω σε μία πέτρα δίπλα από ένα κρατήρα ήταν ένας λόγος για φωτογραφία. 
Βράχος πάνω σε πέτρα
Κρατήρας
Η εκδρομή στο «Ενδιάμεσο» είναι μια ευχάριστη διαδρομή για κάποιον που θέλει να περάσει όμορφα κανα 2ωρο κάνοντας πεζοπορία στη φύση χωρίς να φύγει μακριά από τη πόλη. Λόγω του βραχώδους  της περιοχής υπάρχει περισσότερο από άλλες περιπτώσεις ένα θεματάκι με ανεπιθύμητες συναντήσεις (π.χ φίδια) και για αυτό καλά θα είναι να υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία και τα απαραίτητα εφόδια όπως για κάθε εξόρμηση στο βουνό.

Και οπωσδήποτε και πάνω απ’ όλα να υπάρχει καλή παρέα. 
Το Τσάλ από τη κορυφή του "Ενδιάμεσου
Η πριονωτή πλευρά του Μισκίν Τεπέ




Τρίτη 5 Απριλίου 2011

O Τρίτος Δρόμος


Σε προηγούμενες αναρτήσεις είχα αναφέρει τις 2 διαδρομές που συνήθως χρησιμοποιούνται για το Αυγό. Τη πλέον συνηθισμένη που ξεκινάει από το «γήπεδο» της Ιερατικής Σχολής και περνάει από  τη "διασταύρωση" για το Τσαλ και αυτή που περνάει από το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής, ανεβαίνει το ζωγραφιστό βράχο, περνάει από το Δέντρο του Βοριά, κατηφορίζει τον Αυχένα και παίρνει την ανηφόρα για τη Κορυφή. Υπάρχει και η 4η διαδρομή από τη Χρύσα αλλά αυτό θα αποτελέσει μελλοντική αναφορά.

Οπότε, αν και άργησα, δικαιωματικά η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στη 3η εναλλακτική για την οποία προσωπικά έχω και μία ιδιαίτερη αδυναμία καθώς ήταν η πρώτη διαδρομή που έκανα πριν από 25 χρόνια και η μόνη που ήξερα μέχρι πριν από λίγους μήνες.

Η διαδρομή αυτή λοιπόν ξεκινάει από τα παλιά λατομεία, λίγο πιο κάτω από το σημείο που χρησιμοποιούνταν παλιότερα σαν πεδίο εκπαίδευσης της αναρριχητικής σχολή του ΕΟΣ Ξάνθης.  Σήμερα έχουν γίνει παρεμβάσεις στο χώρο και χρησιμοποιείται πλέον για parking  του Καζίνο, οπότε το πεδίο εκπαίδευσης μάλλον έχει εγκαταλειφθεί. Τέλος πάντων ακόμα θυμάμαι τα αναρριχητικά κλειδιά καρφωμένα στους βράχους και τη σχετική πινακίδα που όσο και αν έψαξα δε τη βρήκα.

Μόλις είχε αρχίσει να αχνοφέγγει. Με τον Σάββα και τον Αλέξανδρο αφήσαμε το αυτοκίνητο στο parking και κατηφορίσαμε μερικά μέτρα για αν βρούμε ακριβώς το σημείο που ανέφερε το Hellaspath. Διασχίσαμε ένα ρυάκι και σχεδόν αμέσως βρεθήκαμε κάτω από ένα βραχώδη όγκο που ήταν και η αρχή του “μονοπατιού” όπου υπήρχαν και σημάδια. Δε γνωρίζω αν σήμερα ο χώρος χρησιμοποιείται όπως στο παρελθόν αλλά τα σημάδια δείχνουν ότι αποτελεί μία ενεργή διαδρομή.

Αρχίσαμε το σκαρφάλωμα. Κάπου στη μέση της αναρρίχησης διαπιστώσαμε ότι τα μπαστούνια μας όχι μόνο δε μας χρησίμευαν  αλλά μας εμπόδιζαν κιόλας και αποφασίσαμε να τα ξεφορτωθούμε. Τα πετάξαμε λοιπόν όσο πιο μακριά γινόταν και ελπίζαμε να μπορέσουμε να τα ξαναβρούμε στην επιστροφή. Συνεχίσαμε το σκαρφάλωμα και κάπου κατά κει πρέπει να ήταν που το gps μου ζουλήχθηκε σε ένα βράχο και παρέδωσε το πνεύμα. Το ότι είχε σπάσει η οθόνη αφής το κατάλαβα πολύ αργότερα στην κατεβασιά. Μια ακόμα παράπλευρη απώλεια λοιπόν. 

Με το που τελείωσε η αναρρίχηση βρεθήκαμε μέσα στα αποκαΐδια. Ότι απέμεινε από τη φωτιά που είχε ξεσπάσει σε αυτό το σημείο το καλοκαίρι του 2008 ήταν καμένα δέντρα και θάμνοι. Είχε πλέον ξημερώσει για τα καλά  και το θέαμα δεν ήταν και ότι καλύτερο για βουνό. Αναλογιζόμενοι τη καταστροφή θα πρέπει πάντως να θεωρήσουμε μεγάλη τύχη το ότι η φωτιά δεν επεκτάθηκε περισσότερο.



Πίσω μας η πόλη και στο βάθος ο κάμπος με τη συνήθη σχετική ομίχλη. Μας πήρε περίπου 30 λεπτά μέχρι εδώ και από αυτό το σημείο αρχίσαμε να βλέπουμε το Αυγό.  

Συνεχίσαμε ανηφορίζοντας για καμιά 300αριά μέτρα μέσα στα καμένα. Έτσι φτάσαμε το «οροπέδιο». Ένα ξερό, πέτρινο πλάτωμα  ακριβώς στους πρόποδες του κώνου που σου προσφέρει την ομορφότερη θέα της κορυφής. Είναι ακριβώς η ίδια θέα που με είχε εντυπωσιάσει τη πρώτη φορά πριν από 25 χρόνια. Όλο το Αυγό απλώνεται μπροστά σου. Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες 2 διαδρομές, αυτή η  πορεία προς τη κορυφή είναι η πιο ανηφορική και έχει τη μεγαλύτερη απόσταση από τη κορυφή είναι όμως σίγουρα η ομορφότερη.
Φωτογραφίες και τα σχετικά και πήραμε την ανηφόρα. Μπροστά ο Σάββας μετά ο Άλεξ και τέλος εγώ. Η κλίση είναι αρκετά μεγάλη και αρκετά κουραστική αλλά δεν είναι δύσκολη ή επικίνδυνη. Βέβαια κάθε διαδρομή στο βουνό απαιτεί προσοχή και η συγκεκριμένη δεν αποτελεί εξαίρεση. Έτσι λοιπόν είτε με κάθετο ανέβασμα είτε με ζιγκζακοτό, ακολουθώντας και πάλι τα σημάδια. πλησιάζαμε προς τη κορυφή. Τα σημάδια δεν οριοθετούν κάποιο μονοπάτι αφού δεν υπάρχει ο κίνδυνος να χάσεις το δρόμο σου. Όμως είναι πολύ χρήσιμα αφού δείχνουν το πιο βατό σημείο της ψιλοδύσβατης ανάβασης και σε βγάζουν στο καλύτερο σημείο για να ανεβείς στη κορυφή.

Καμία 20αρια μέτρα πριν το τέλος στα δεξιά, σε ενα "καμβά" που σχηματίζει ο κάθετος βράχος, στα Νοτιοδυτικά, υπάρχει ζωγραφισμένη μία μεγάλη Γαλανόλευκη. Η συνολική της επιφάνεια είναι περίπου 8 τ.μέτρα και είναι ορατή ακόμα και από τη Χρύσα. Για να δεις τη σημαία από τη κορυφή θα πρέπει να φτάσεις στην άκρη του γκρεμού.



Μπροστά κάποιοι βράχοι που εξέχουν δημιουργούν ένα στένεμα που εύκολα περάσαμε σκαρφαλώνοντας και πατήσαμε κορυφή που κάποιοι πρίν από εμάς είχαν σχηματίσει με πέτρες τη λέξη "ΑΥΓΟ".
 










Οι σκηνές αποθανατίστηκαν σε βίντεο από το κινητό του Σάββα που είχε φτάσει πρώτος. Ο ήλιος είχε ανατείλει πλέον για τα καλά και ήταν μια υπέροχη ηλιόλουστη μέρα στα μέσα του Φεβρουαρίου. Μεσα από την ομίχλη που αργά αργά δυαλιόταν φιανόταν η πόλη στο βάθος ο κάμπος και η θάλασσα. Καθίσαμε για λίγο στην άκρη του βράχου και κάναμε μία ανασκόπηση της διαδρομής. Υπογράψαμε στο «Βιβλίο των ευχών», πήγαμε και μέχρι τα απομεινάρια του Βυζαντινού κάστρου της κορυφής και αφού ξεκουραστήκαμε για λίγο πήραμε τη κατηφόρα από το μονοπάτι της Ιερατικής.

 






 
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Google Earth η όλη διαδρομή μαζί με τις στάσεις μας πήρε 2 ώρες και 20 λεπτά για να δυανίσουμε κάτι παραπάνω από 3.5 χλμ.