Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Είμαστε 2, είμαστε 3, είμαστε 4.

Ρίξαμε την ιδέα και θέλαμε να δούμε ποιός θα δεχτεί. "Λέμε να ανεβούμε στο Αυγό τη Κυριακή. Έρχεστε?" και ήρθανε. Ο Ηλίας και η Ντίνα δήλωσαν παρόν και παρούσα αντίστοιχα και Κυριακή ξημερώματα ήμασταν άπαντες συνεπείς στο ραντεβού μας (συνεπείς ...χμ).

Τέλος πάντων, οι συνήθεις ύποπτοι: ο Σάββας και η αφεντιά μου και οι προαναφερόμενοι συνάδελφοι, φτάσαμε κατά τις 7παρά στο γήπεδο της "Ιερατικής" και μετά τις σχετικές προετοιμασίες πήραμε τον ανήφορο. Ακόμα δεν είχε χαράξει και το κρύο ήταν αρκετά τσουχτερό αφού σε εκείνο το σημείο έχει πάντα ένα ελαφρό αεράκι που αφού ήταν Οκτώβριος σου τρυπούσε τα κόκαλα.

Αυτή η ανηφόρα, αυτή η πρώτη ανηφόρα που τη τρως στη μάπα πριν ακόμα αρχίσεις να περπατάς μου κάθεται στο λαιμό. Η κλίση του εδάφους και η ελλειπή φυσική κατάσταση φέρνουν το πρώτο μπούκωμα που σε κάνει να θές να τα παρατήσεις. Κάθε φόρα κάνω τίς ίδιες σκέψεις: "Τι δουλειά έχω εγώ εδώ?" ή "όλα τα είχαμε, τα κατσάβραχα μας μάραναν" ή ακόμα χειρότερα "απαπα τα παρατάω εδώ και τώρα και μη τον είδατε", αλλά κάθε φορά οι σκέψεις φεύγουν αφού ξέρω ότι αυτό το μαρτύριο δε πρόκειται να κρατήσει παραπάνω από μισάωρο και η υπόλοιπη διαδρομή και κυρίως η κορυφή θα με αποζημιώσουν. Ήταν σαν να άκουγα τις ίδιες σκέψεις από τη Ντίνα. Πώς να μη τις ακούσω δηλαδή αφού τις εξέφραζε φωναχτά. Αλλά θές λίγο το Σαρακατσάνικο πείσμα, λίγο η γυναικεία ξεροκεφαλιά δε τα παράτησε και στο τέλος και αυτή γεύτηκε το υπέροχο συναίσθημα της επιτυχίας της κατάκτησης της κορυφής. 
Ο Σάββας και ο Ηλίας είχαν προχωρήσει αρκετά μπροστά και δε μπορώ να ξέρω τι σκεφτόταν αυτοί.

Είχε αρχίσει να ξημερώνει και κοντεύαμε στη κορυφή αυτού του πρώτου λόφου (εδώ που τα λέμε πρέπει να του βρω ένα όνομα) λίγο πιο πάνω από το ασπροκόκκινο πέτρινο  ξωκκλήσι της Τιμίας Ζώνης. Έχει και στη κορυφή αυτού του υψώματος ένα μεταλλικό ξωκκλήσι αλλά αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει σε ποιόν είναι αφιερωμένο.

Μόλις φτάνεις λοιπόν σε αυτό το ξέφωτο τα βάσανά σου δείχνουν να έχουν τελειώσει (αμ δε) . Έχεις μπροστά σου ένα πέτρινο διάδρομο με πολύ λιγότερη κλίση που σε ξεκουράζει και κάνει το περίπατο ευκολότερο. Προσοχή όχι εύκολο, απλά ευκολότερο. Απο κέι πάντως αρχίζεις να πέρνεις μία ιδέα για το τι σε περιμένει. Μπροστά σου ολόκληρος ο όγκος της κορυφής του "Αυγού" σε περιμένει να τον κατακτήσεις. Πίσω σου ένα κομμάτι της Ξάνθης με πολύ ωραία θέα πρός το Κόσυνθο αλλά καμιά σχέση με τη θέα που σε περιμένει στη κορυφή.

Καθώς συνεχίζεις τη διαδρομή φτάνεις  τη "Διασταύρωση". Είναι το σημείο όπου υπάρχουν 2 πέτρινες στήλες και από κει μπορείς είτε να συνεχίσεις πρός τη κορυφή του Αυγού ή αν θέλεις να συνεχίσεις στην ακόμα πιο μακρινή κορυφή του "Τσαλ".
"Διασταύρωση"


 Εσύ σαφώς συνεχίζεις για το "Αυγό" αφού το "Τσαλ"  πέφτει λίγο βαρύ. Σε κανένα τεταρτακι της ώρας και αφού έχεις διασχίσει την κορυφογραμμή και ακόμα ένα ύψωμα χωρίς να το πάρεις χαμπάρι φτάνεις στη βάση της κορυφής. Καθώς αρχίζεις να την ανεβαίνεις διαπιστώνεις ότι η κλίση είναι πολύ μεγαλύτερη πάνω από 60-70 μοίρες και οι αρχικές σκέψεις (αυτές που σε κρατούσαν συντροφιά στην αρχή) σου ξανάρχονται αλλά πλέον είναι πολύ αργά για να κάνεις πίσω. Ξέρεις ότι πολύ γρήγορα θα είσαι επάνω και αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να τις διώξεις. Ευτυχώς που σχεδόν σε όλο το ανέβασμα έχει δεντράκια που σε βοηθάνε να κρατηθείς και να δώσεις μία ακόμα ώθηση. Σε κάποιο σημείο μάλιστα έχει και "σκαλάκια" σκαμένα στο έδαφος και "κουπαστή" με κλαδιά καρφωμένα από δέντρο σε δέντρο για να σε διευκολύνουν. Και πίστεψέ με... σε διευκολύνουν.

Σε λίγο φτάνεις στη κορυφή. Ο Σάββας και ο Ηλίας είναι ήδη εκεί και κολατσίζουν. Φτάνεις, παίρνεις μια βαθιά ανάσα και απολαμβάνεις. Βρίσκεσαι στο υψηλότερο και κοντινότερο σημείο προς τη Ξάνθη που θα μπορούσες να βρεθείς και η θέα είναι ανεπανάληπτη. Νιώθεις (Εγώ τουλάχιστον νιώθω έτσι κάθε φορά που ανεβαίνω) ότι αιωρείσαι πάνω από τη πόλη. Τη θέα την έχω περιγράψει σε προηγούμενη ανάρτηση ας μην επαναλαμβάνομαι.

Το υψομετρικό της Κορυφής
Ομως οι  2 νέοι σύντροφοι πρέπει να δούνε τα αξιοθέατα και η πανέμορφη θέα δεν είναι το μόνο αξιοθέατο. Πρέπει να δούνε το "κρατήρα", το υψομετρικό,  τον "γκρεμό", το ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία, και από την άκρη του γκρεμού τη ζωγραφισμένη στο βράχο Ελληνική Σημαία.

Οκτωβριάτικα δεν είναι και πολύ συνετό να κάτσεις εκεί πάνω για πολύ εκτός αν θέλεις να αρπάξεις καμία πούντα, οπότε καλύτερα να πάρεις το δρόμο της επιστροφής. Αυτή τη φορά δε πρόκειται να σου κοπεί η αναπνοή αλλά πρέπει να προσέχεις μη σε πάρει η κατηφόρα. 

Από την ίδια διαδρομή και σε χρόνο λιγότερο από αυτόν που ανέβηκες έχεις φτάσει και πάλι στο γήπεδο της Ιερατικής. Την επόμενη φορά άλλες συγκινήσεις θα σου φτιάξουν τη μέρα. 

Μέχρι την επόμενη φορά λοιπόν...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου