Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Φαντάσματα του παρελθόντος Μέρος Α'



Κυριακή 21/10/12

Ναι ο τίτλος είναι κάπως! Πιθανόν να αναρωτιέστε τι με έπιασε και έμπλεξα τα φαντάσματα σε ένα blog που έχει να κάνει με περιπάτους στα πέριξ και βολτίτσες για να περάσει η ώρα. Πρώτα απ’ όλα να εξηγήσω ότι ο τίτλος είναι κλεμμένος. Από πού τον έκλεψα? Κάντε μία βόλτα εδώ  να μπήτε στο κλίμα και ξαναγυρίστε να συνεχίσουμε από δώ που μείναμε.

Εδώ και πολύ καιρό ο Μπάμπης έλεγε να με πάει κάπου από τα τόσα μέρη που έχει επισκεφθεί. Ε! κάποια στιγμή οι συνθήκες το επέτρεψαν και αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε ένα Κυριακάτικο πρωινό και να το διαπράξουμε. Προορισμός η περιοχή Κρωμνικού-Λιβερών.

Σκοτάδι ακόμα ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο από τη Ξάνθη αλλά καθώς δε θέλαμε να περπατάμε μέσα στη μαυρίλα το πηγαίναμε πολύ αργά. Περάσαμε τους Τοξότες και πήραμε την ανηφόρα για πάνω από τα Ιμερα και τη κορυφή του παρατηρητηρίου του Νέστου. Πιάσαμε τη κατηφόρα και φτάσαμε πάνω στο γλυκοχάραμα στη διασταύρωση του Κρωμνικού όπου το δρόμο είχε κλείσει ένα κοπάδι κατσίκια.  Έτσι όταν μετά από λίγο σταματήσαμε πριν τα Λιβερά για να αρχίσουμε τη πορεία μας είχε ίσα-ίσα φέξει και πετύχαμε τη κατάλληλη ώρα.

Που χώρος για στάθμευση της προκοπής εκεί κοντά. Αφήσαμε το αμάξι δεξιά δίπλα από το δρόμο κοντά σε ένα μικρό ξύλινο κιόσκι και πήραμε ένα φαρδύ κατσικόδρομο στα αριστερά μας. Το αυτοκίνητο δε το χαλαλίζεις για αυτά τα κατσάβραχα αλλά με ένα τζιπάκι ή με τα πόδια δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Ο δρόμος είχε ανοιχθεί πριν από 40 και βάλε χρόνια  και καταλήγει σε μία κλειστή χτιστή δεξαμενή και μία ποτίστρα κανα δύο χιλιόμετρα μακρύτερα. Δρόμος, δεξαμενή και ποτίστρα είχαν δημιουργηθεί για να εξυπηρετούν και να ενισχύσουν τις κτηνοτροφικές δραστηριότητες της περιοχής. Προφανώς όσο άκμαζε η κτηνοτροφία εδώ πάνω λειτουργούσαν σωστά και αυτά αλλά τώρα με την ερήμωση της περιοχής ακόμα και τα τσιμέντα έσπασαν. 



Είχα αρχίσει να ενθουσιάζομε. Στη περιοχή έτυχε να βρεθώ μία φορά όλη και όλη και αυτή με αυτοκίνητο με τον Σάββα πάνω από το δρόμο οπότε όλα αυτά μου φαινόταν ξεχωριστά. Ήξερα το Κρωμνικό που έχει εγκαταλειφτεί, και τα Λιβερά που έχουν μείνει κάτι μαντριά αλλά δε φανταζόμουν ποτέ ότι ανάμεσα υπήρχε κάτι. Βέβαια αργότερα η έκπληξή μου αυτή θα μεγάλωνε ακόμα περισσότερο. Ακόμα όμως δε το ήξερα. Προφανώς είμαι από τους ελάχιστους ντόπιους που έχουν πλήρη άγνοια για τη περιοχή που ζω.

Η δεξαμενή και η ποτίστρα ήταν και το τελευταίο μέρος που πήγαινε ο δρόμος. Από κει και πέρα η θα έπρεπε να γυρίσει πίσω ή να ακολουθήσεις το σύστημα «άνοιγμα και περπάτημα» Τι είναι αυτό? Λόγω ανυπαρξίας καθαρού μονοπατιού, βλέπεις ένα άνοιγμα ανάμεσα στους θάμνους και προχωράς. Αν είσαι τυχερός και το άνοιγμα οδηγεί σε άλλο άνοιγμα κατευθύνεσαι προς τα κει αν είσαι άτυχος γυρνάς πίσω και ψάχνεις άλλο άνοιγμα. Ή ανοίγεις εσύ μονοπάτι με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. 


Ξέχασα να αναφέρω ότι στη παρέα μας ήταν και ο Αβο οπότε ο Μπάμπης άνοιγε, ο Άβο βεβαίωνε και γώ ακολουθούσα.

Ο Μπάμπης είχε ξαναεπισκευτεί τη περιοχή πριν 2 χρόνια και η μνήμη του βοηθούσε κάπως την αναζήτηση. Αυτό όμως που βοηθούσε περισσότερο ήταν η ικανότητα ανίχνευσης και η αίσθηση προσανατολισμού.  Ξεχώριζε ανάμεσα από τους θάμνους μικρά μονοπατάκια που είχαν δημιουργηθεί από το πέρασμα ζώων και σε περιπτώσεις που αυτά τα ζώα ήταν αγελάδες είχαμε τη τύχη να έχουμε μεγαλύτερα ανοίγματα. Βέβαια σε αυτές τις περιπτώσεις θα έπρεπε να προσέχουμε τις σπαρμένες «βόμβες».

Μονοπατάκι-μονοπατάκι φτάσαμε στα ερείπια ενός οικισμού. Ποιός ξέρει πότε οι κάτοικοί του αναγκάστηκαν να αφήσουν το βιός τους και να πάνε σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα. Η αφιλόξενη ορεινή γη ή και ίσως άλλες συνθήκες, τους ανάγκασαν να φύγουν, να παρατήσουν τη γεωργία και τη κτηνοτροφία και να γίνουν αστοί. Περπατούσαμε μέσα στα χαλάσματα και με τη φαντασία μου ένιωθα τη ζωή που είχε το χωριό πριν από χρόνια. Πρωινά ξυπνήματα για το χωράφι ή τη στάνη, δουλειές του σπιτιού, παιδία να παίζουν στα δρομάκια, αγωγιάτες να μεταφέρουν τη πραμάτεια τους, γιαγιάδες με μαντίλες να κάνουν μουχαμπέτι, νοικοκυρές να σκουπίζουν τις αυλές. Εικόνες, μυρωδιές και ήχοι μίας άλλης εποχής. 


Μιας εποχής χωρίς τις σύγχρονες ανέσεις που χωρίς ιδιαίτερα μέσα οι άνθρωποι ήταν αναγκασμένοι να δημιουργήσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους με τα ίδια τους τα χέρια. Το βουνό πρόσφερε τις πέτρες και οι ίδιοι οι κάτοικοι όμως έπρεπε να τις μορφοποιήσουν για να μπορέσουν να γίνου τοίχοι και καλντερίμια. Ακόμα και τα χωράφια τους με τέτοιες πέτρες τα δημιουργούσαν. Τοιχία που συγκρατούσαν το βουνό και δημιουργούσαν έτσι μικρά πλατώματα για αν σπείρουν κανένα ζαρζαβατικό.  Μια αδιάκοπη διαδικασία αιώνων που κάποια στιγμή σταμάτησε αναζητώντας καλύτερες συνθήκες. 


Βρισκόμασταν και μείς δίπλα από τα ντουβάρια, πάνω στα καλντερίμια, «μπαίναμε» έστω και ακάλεστοι μέσα στα «σπίτια» προσπαθώντας να κατανοήσουμε  τις χρήσεις τν χώρων και ας μην ήμασταν σίγουροι αν εκεί ήταν σπίτι, αποθήκη ή  στάβλος και έβγαζα αδιάκριτα φωτογραφίες. Χαλάσματα βασικά αλλά ήταν σαν να ήμουν σε μία ιστορική παιδική χαρά, ένα ιστορικό θεματικό πάρκο που η τα ερείπια μου διηγούνταν πώς ήταν η ζωή εδώ πριν τη μεγάλη φυγή. Έζησαν, δημιούργησαν, έφυγαν.

Φαντάσματα του παρελθόντος που έχουν αφήσει τη θέση τους σε χαλάσματα, γκρεμούλια και θρύλους.

Αφήσαμε τον οικισμό και προχωρήσαμε. Λίγο πιο κάτω ένα δέρμα φιδιού πάνω σε ένα βραχό μας θύμισε τους σημερινούς κάτοικους της περιοχής που προφανώς δεν είναι τόσο φιλόξενοι όσο οι προηγούμενοι.

Ακόμα πιο κάτω ένα μεγάλο πλάτωμα με ακόμα μία ποτίστρα. Προφανώς επρόκειτο για «οικόπεδο φιλέτο» καθώς πάνω στις κατηφορική  πλαγία του  βουνού είχε δημιουργηθεί ένα μεγάλο κομμάτι,  έτοιμο από μόνο του χωρίς υποστήριξη, για οποιαδήποτε χρήση. 


Και στο βάθος το Τσάλ.

Περπατήσαμε λίγο ακόμα μέσα από άλλα μονοπατάκια και άλλη μία φορά η μνήμη του Μπάμπη βοήθησε και φτάσαμε σε μια μεγάλη υπόγεια  ανοιχτή στέρνα συγκέντρωσης νερού. Χτισμένη με τσιμέντο και πέτρες, άρα αρκετά σύγχρονη, σχηματίζει ένα μεγάλο κύκλο διαμέτρου πάνω από 7-8 μέτρα και βάθους τουλάχιστον 1,5 μέτρων. Ηταν τόσο μεγάλη που δε χώρεσε ολόκληρη στο φωτογραφικό φακό. Μέχρι και σκαλάκια είχε για να κατεβείς στο πυθμένα της. Προφανώς η χρήση τα είναι να μαζεύει τα νερά της βροχής για ποτίσματα.  Και πάλι εκείνο το περίεργο συναίσθημα. Μια απλή οβριοδεξαμενή ήταν αλλά εγώ και πάλι ένιωσα ότι είχα μεταφερθεί στο παρελθόν. Προς ανακούφιση του αναγνώστη όμως δε χρειάζεται να παραβάλω εδώ τα συναισθήματα και τις εικόνες που μου δημιουργήθηκαν. 


Πήραμε το δρόμο της επιστροφής από τα ίδια μονοπάτια. Σε κάποιο σημείο που είχε καλή ορατότητα φαινόταν στο βάθος τα ορυχεία της Λεκάνης και ο Κεχρόκαμπος ενώ πιο κοντά, απέναντι μας ο κάτω μαχαλάς των Λιβερών με τα ερείπιά του αλλά και με μερικά ανακαινισμένα σπίτια. 



Επιστρέψαμε στο δρόμο που είχαμε αφήσει , εκεί που ήταν η πρώτη δεξαμενή και ποτίστρα και κατευθυνόμασταν προς το αυτοκίνητο. Κάποιο στιγμή παρεκκλίναμε από το δρόμο και ελάχιστα μέτρα αριστερά  βρήκαμε ένα άλλο καλντερίμι αρκετά καλοδιατηρημένο για μερικά μέτρα. Δεν υπήρχαν ερείπια εκεί γύρω άρα αυτό το καλντερίμι ένωνε τους οικισμούς μεταξύ τους. Φαινόταν άλλωστε και από τη κατασκευή. Ήταν πιο καλοφτιαγμένο και ελαφρώς υπερυψωμένο. Άλλο ένας αστικός δρόμος άλλο μια Εθνική Οδός. Πώς να το κάνουμε δηλαδή!

 
Και οι εκπλήξεις δε σταμάτησαν εδώ. Με το αυτοκίνητο πήγαμε κανένα χιλιόμετρο παρακάτω και ακριβώς δίπλα στο δρόμο στα δεξιά ένα εύρημα που ακόμα δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς είναι. Πάνω στο βράχο σκαμμένες 3 λακκούβες.  Μια αρκετά μεγάλη σαν κουβάς θα έλεγα, και 2 μικρότερες και από τη μία μάλιστα ξεκινούσε ένα μικρό «ρυάκι» που όταν γεμίζει νερό κυλάει και πέφτει σε μια χαραγή του βράχου όπου επίσης υπάρχει σκαμμένο κάποιο άνοιγμα. Άλλοι μιλάνε για αρχαίο θυσιαστήριο και χώρο εναπόθεσης θυμιαμάτων, άλλοι για σημάδια χρυσοθήρων όμως ότι και να είναι το όλο «κατασκεύασμα» είναι πολύ  εντυπωσιακό μέσα στην απλότητά του.


Πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μετά το Κρωμνικό ανεβαίνοντας προς τη κορυφή του παρατηρητηρίου είδαμε πάνω στο δρόμο κάποιους βράχους που είχαν ξεκολλήσει από το βουνό και έπεσαν πάνω στο δρόμο ανοίγοντας μάλιστα και τρύπες στην άσφαλτο.  Κάνεις το σταυρό σου και ευχαριστάς το Θεό που δεν έπεσαν όσο περνούσες εσύ από κάτω. 


Μια εντυπωσιακή για μένα βόλτα έφτασε στο τέλος της. Γνώρισα μέρη που ούτε ήξερα αλλά και ούτε φανταζόμουν ότι υπάρχου. Ένιωσα συναισθήματα και είδα «εικόνες» μιας άλλης εποχής που δίνουν απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα μου συνθέτοντας σιγά - σιγά το πάζλ.  Βλέποντας αυτά τα ερείπια σε αυτά και σε άλλα σημεία αρχίζω και παίρνω μία εικόνα του τρόπου ζωής και σκέψης των παλιών και βήμα-βήμα  απαντώνται ερωτήματα σχετικά με όλα τα διάσπαρτα ερείπια στα βουνά της περιοχής μας όπως πάνω στο Τσάλ, ή στο Ενδιάμεσο, ή στο Αυγό ή αλλού που ακόμα δεν έχω ανακαλύψει.

Θα μου ήταν πολύ ενδιαφέρον να μάθω την ιστορία κάθε ενός από αυτά οπότε αν κάποιος γνωρίζει σχετικά…είμαι όλος αυτιά.

Καλές διαδρομές.


4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Συγχαρητήρια για την άψογη αφήγηση, θα πάρουμε τον Σάββα & ΣΙΑ και θα κάνουμε μία ακόμα καλή ξενάγηση...με πολλά surprises!!! Keep Walking B.E.

Unknown είπε...

You are an explorer in his own country. Your story sounds like a historical novel.

Best regards, Ronald

Ανώνυμος είπε...

Kαταπληκτική διαδρομή αλλά και η περιγραφή σου ειναι φανταστική Γιώργο!!!

Unknown είπε...

Ο ανώνυμος ειναι ο Χρήστος!Χαχα....

Δημοσίευση σχολίου