Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Απ' τα ψηλά στα χαμηλά ή ... πόδια ερμητικά σφιχτά


 3/11/2012

Αυτή ήταν η 2η φορά που ανεβαίναμε στο Τσάλ (Αχλαδόβουνο) και αφού για τη 1η έχω κάνει τη σχετική περιγραφή δε βρίσκω το λόγω να αναλωθώ στα ίδια. Άλλωστε έχουμε τόσα νέα να πούμε αλλά οποίος έχει όρεξη να θυμηθεί τα περί της προηγούμενης περιήγησης μπορεί να το κάνει εδώ.

Αυτή τη φορά ήμασταν 2 ομάδες . Η ομάδα Α αποτελούμενη από την αφεντιά μου και τον Τάσο ξεκινήσαμε από το πλάτωμα πίσω από το Μακάριο, στη ποτίστρα αφού πρώτα διαλύσαμε το ένα αυτοκίνητο στο κακοτράχαλο και εντελώς ακατάλληλο χωματόδρομο πάνω από το Πίλημα. Είκοσι λεπτά νωρίτερα είχαμε αφήσει το άλλο αυτοκίνητο στο Γέρακα αφού εκεί ήταν το σημείο που είχαμε προγραμματίσει να κατεβούμε.

Η ομάδα Γ με τους Αλέξη, Ηλία, Σάββα και Σταμάτη ξεκίνησαν από την Ιερατική σχολή με σκοπό να κάνουν όλη τη διαδρομή μέχρι το  Μακάριο, νε περάσουν τον Οξίλοφο και να φτάσουν στο πλάτωμα για την ανάβαση.  Δηλαδή συν 4.5 και βάλε χιλιόμετρα στη πλάτη τους γεγονός που μας έδινε ένα "προβάδισμα ασφαλείας".

Που βρισκόταν ... που θα φτάσουν!
 Η επικοινωνία των 2 ομάδων γινόταν με ασύρματο και έτσι προσπαθούσαμε κάθε φορά να εφεύρουμε  περιγραφικά τοπωνύμια για να καταλάβει η μία ομάδα μέχρι που έχει φτάσει η άλλη. Έτσι όταν εμείς είχαμε φτάσει στο "καστράκι" αυτοί είχαν αρχίσει ήδη την "ανηφόρα" ενώ όταν εμείς πλησιάζαμε στο "δεξιό διάσελο" αυτοί είχαν περάσει τη "διχάλα".

Όπου "καστράκι" τα ερείπια μίας πετρόχτιστης κατασκευής σαν απομεινάρια κάστρου στη δεύτερη κορυφή, "ανηφόρα" το διάσπαρτο με πέτρες αρχικό ανηφορικό κομμάτι ακριβώς πάνω από τη ποτίστρα,  "δεξιό διάσελο" η ομώνυμη  πλευρά του διάσελου που σχηματίζεται μεταξύ της 2ης και της προτελευταίας κορυφής, και "διχάλα" το κομμάτι πριν από το "καστράκι" που σχηματίζει μια ανάποδη σφεντόνα και μπορείς να προσεγγίσεις τη περιοχή είτε από δεξιά είτε από αριστερά. 

Μέχρι και αποστολή των στιγμάτων με sms είχαμε επιστρατεύσει για το προσδιορισμό της θέσης.

Η προ-πορεία που είχαμε μας έδινε το δικαίωμα να καθυστερούμε όσο θέλουμε για φωτογραφίες ή για να θαυμάσουμε το τοπίο το οποίο από κει πάνω είναι καταπληκτικό. Μια διαφορετική οπτική των πραγμάτων που βλέπεις καθημερινά. Το Αυγό, η Μελτή και όλες τις  τριγύρω κορυφές που συνήθως τα βλέπουμε από το Νότο αλλά και τα πομακοχώρια , τώρα τα βλέπαμε από την αντίθετη πλευρά και παρουσίαζαν πραγματικά μια εξαιρετική εικόνα.

Όλα από την ανάποδη
 Λίγο πιο πάνω στο «καστράκι» ανάπαυση για φωτογραφίες και για μία ανάσα και λίγο αργότερα αφού το περάσαμε αντιληφθήκαμε ότι θα ήταν καλύτερα να είχαμε πάρει τη δεξιά πλευρά και όχι την αριστερή που περπατούσαμε παράλληλα με το τοίχος. Θεωρώ ότι όσα μέτρα μπορείς να γλυτώσεις είναι όφελος.

Το πρώτο καστράκι
Παρά την άνεση του χρόνου και παρ’ όλου που βάδιζα σε «γνωστά μονοπάτια», η διαδρομή μου φάνηκε κομματάκι κουραστική και ακριβώς στους πρόποδες της τελικής ανηφόρας προς τη κορυφή, κάποια ίχνη κράμπας στα πόδια  είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους. Πολύ νερό και ηλεκτρολύτες προσπάθησαν να ανακουφίσουν τη κατάσταση αλλά αυτό που τελικά έμεινε ήταν μόνο η γεύση σκουριάς στο στόμα. Αυτή προσπαθήσαμε να τη καταπολεμήσουμε με ένα παστέλι σοκολάτα για να πάνε τα φαρμάκια κάτω.  Α! ακόμα ένα «καστράκι» στην κορυφή αριστερά μας. Μια φωτογραφία από μακριά και συνεχίζουμε.

Καστράκι, Τάσος, Κορυφή
 Τελικά οι δυό μας Φτάσαμε στη κορυφή και πήραμε μια ανάσα μέσα στο "όρυγμα".  Ένα μικρό, κυκλικό, πετρόχτιστο καταφύγιο που προσφέρει ξεκούραση στους επισκέπτες και προστασία σε περίπτωση κακών καιρικών συνθηκών (όπως δηλαδή αυτών που είχαμε συναντήσει κατά τη πρώτη μας ανάβαση στα μέσα του περυσινού Νοέμβρη). Αυτή τη φορά ευτυχώς οι συνθήκες ήταν πολύ καλύτερες και δε χρειάστηκαν οι υπηρεσίες του ορύγματος και έτσι είχαμε την ευκαιρία για περιήγηση και φωτογραφίες μέχρι να έρθει και η ομάδα Γ δηλαδή η Γρήγορη ομάδα. Άρα εδώ αντιλαμβάνεστε τι σημαίνει το Α στη δική μας ομάδα... ;)

Μας πήρε πάνω από 2 ώρες για να διανύσουμε τα 4 χιλιόμετρα μέχρι τη κορυφή. Αυτή τη φορά το gps έγραφε 1436 μέτρα. Δε βγάζεις άκρη με τις ενδείξεις υψομέτρου αυτών των ηλεκτρωνικών gps. Τη προηγούμενη φορά στο ίδιο σημείο ένα άλλο μοντέλο έδειχνε 1418 μέτρα ενώ στην αναφορά του Νίκου Κρούπη  το ύψος υπολογίζεται χαμηλότερα στα 1402 μέτρα. Αργότερα στο gps του Σάββα και πάλι ανέβηκε στα 1417 μέτρα. Τέλος πάντων μικρό το κακό.

Τι να πείς για τη θέα πάνω από το Τσάλ. Από τόσο ψηλά βλέπεις το ανάγλυφο όλης της περιοχής Στο βάθος η Βιστωνίδα και το Θρακικό πέλαγος. Η Θάσος αχνοφαινόταν ενώ καταχνιά κάλυπτε τη Σαμοθράκη. Κοντύτερα το Αυγό, το ενδιάμεσο και η Μελτή από την «ανάποδη». Αριστερά χαμηλώτερα τα πομακοχώρια και τα ανάλογα υψώματα φαίνονται σαν χάρτης 3D. Στα βόρεια η άλλη κορυφή με τις κεραίες λίγο μακρύτερα η Σταυρούπολη μέσα στην ομίχλη, στο βάθος τα βουνά της Λεκάνης και ο Κεχρόκαμπος. Τι video και τι φωτογραφίες τραβήχτηκαν δε λέγεται. Στατικές, πανοραμικές, σφαιρικές, ότι θές.

Πανόραμα κορυφής
 

Κάτω στους πρόποδες βλέπαμε και τους συνοδοιπόρους μας που φαινόταν σαν μικρές κινούμενες κουκίδες στο βάθος. Δύο κουκίδες πιο κοντά, μία λίγο μακρύτερα και ακόμα μία λίγο πιο πίσω. Οι τέσσερεις τους είχαν κάνει τα παραπάνω χιλιόμετρα που σημαίνει τουλάχιστον 1 ώρα διαφοράς αλλά τελικά είχαν καταφέρει κα την είχαν μειώσει αρκετά πιο κάτω από μισή . Εμείς, και καλά … πρωτοπόροι  και σαν πιο … έμπειροι,  από ψηλά τους δίναμε και οδηγίες. –«Πάρτε το δεξί μονοπάτι, αποφύγετε εκείνο το σημείο...» κτλ. Αυτοί βέβαια είχαν βρει άλλον τρόπο να … ντοπάρονται. Ποντιακά στο ραδιόφωνο και έβγαζαν φτερά στα πόδια.

Ε-ε-ερχονται!!!
 Ο Σάββας με τον Σταμάτη έφτασαν πρώτοι. Καλημέρες, χαιρετούρες και έκατσαν και αυτοί να πάρουν την ανάσα τους.  Με τον Σταμάτη ήταν η πρώτη φορά που γνωριζόμασταν. Κάτι μου λέει όμως ότι θα γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της περιπατητικής παρέας.

Χάσαμε από το οπτικό μας πεδίο τον Ηλία. Είχε προτιμήσει να ανεβεί από πιο αριστερά θεωρώντας πιο εύκολη την ανάβαση από εκεί. Αμ δε! Ο Αλέξης πάλι προτίμησε να το πάρει «καρφί» με τη μία μέχρι επάνω. Λογικό να του βγει η γλώσσα λίγο πριν τη κορυφή.

Δεν είναι καμία δύσκολη ή απαιτητική η πορεία μέχρι πάνω. Αλλά όταν κάνεις 800 μέτρα υψόμετρο σε 4 χιλίομετρα σε βραχώδες και ξερό έδαφος, ε! εντάξει, δε το κάνεις και σαν να βγαίνεις βόλτα στη πλατεία. Πόσο μάλλον που οι τέσσερεις τους κάναν τη διπλάσια και βάλε διαδρομή.

Οι κεραίες στο  ύψωμα απέναντι
Κορυφή Αχλαδόβουλου. Υψομετρικό & "βωμός"









Ξεκούραση, και άλλες φωτογραφίες, ανασκόπηση της διαδρομής και η σχετική πλάκα και αποφασίσαμε να πάρουμε τη κατηφόρα.
Ήδη κάποιοι από εμάς μοιάζαμε και ήμασταν αρκετά καταπονημένοι αλλά βέβαια δεν υπήρχε περίπτωση να μείνουμε εκεί πάνω. Βάση του προγράμματος θα κατεβαίναμε από τη Βορειοανατολική πλευρά για να καταλήξουμε στο Γέρακα. Ένα μικρό χωρίο 1100 μέτρα χαμηλότερα σε απόσταση  ευθείας 3+  χιλιόμετρα.

Συνήθως αυτή η διαδρομή γίνεται ανάποδα. Δηλαδή όταν πρόκειται για διάσχιση οι αποστολές από ορειβατικούς συλλόγους προτιμούν να ανεβούν από το Γέρακα και να κατεβούν από στην Ιερατική Σχολή. Παρόλο που τρώνε στην αρχή την μεγάλη ανηφόρα εν τούτοις αποδεικνύεται λιγότερο κουραστική στο σύνολο και βέβαια δεν υπάρχει τόσο μεγάλη καταπόνηση στα πόδια γενικά. Τη διαδρομή Ιερατική-Μακάριο την επιλέγουν για να πάνε και να γυρίσουν από το ίδιο σημείο. Εμείς είχαμε διαλέξει το ανάποδο. Δυστυχώς δε γνωρίζαμε τι μας περιμένει αν και είχαμε αρχίσει να το υποπτευόμαστε. 

Στην αρχή η κατηφόρα είναι στο κλασικό ξερό πετρώδες έδαφος του Τσάλ. Είναι η αρχή και δεν αντιλαμβάνεσαι ακόμα τη προσπάθεια που χρειάζεται να κάνεις για να μη σε πάρει η κατηφόρα. Βέβαια η κόντρα που βάζεις στα πόδια σε συνδυασμό με τη κούραση της προηγούμενης αναβασης αρχίζουν να κάνουν τους μύς να δουλεύουν υπερωρίες.

Αρχίζει η κατηφόρα.
Πιο κάτω το έδαφος αποκτά λίγο χρώμα. Αν ήταν Άνοιξη θα ήταν πράσινο. Αρχές Νοέμβρη όμως είναι στο χρώμα του ξερόχορτου και τα λιγοστά γυμνά δέντρα δεν προσφέρουν και καμία ομορφιά.  Η ομορφιά όμως είναι τριγύρω. Αν κοιτάξεις επάνω βλέπεις το κομμάτι που έχεις κατεβεί και σκέφτεσαι που ήσουν πριν από λίγο. Μπροστά σου χαμηλά δεξιά το Πίλημα και κεντροαριστερά ο στόχος σου, ο Γέρακας σαν αλπικά χωριά, ξεχωρίζουν τα κεραμίδια τους μέσα στα πράσινα δάση.  Μπροστά και πιο μακριά πέρα από το δρόμο τα πομακοχώρια και τα κυματιστά καταπράσινα υψώματα. Στο τέλος αυτής της κατηφόρας ένας βραχίονας με λιγότερη κλίση σου επιτρέπει λίγη ξεκούραση αλλά το έδαφος είναι τόσο βραχώδες που δε το φχαριστίεσαι και πολύ. Είναι όμως το κατάλληλο μέρος για να θαυμάσεις τη θέα. Από κει αισθάνεσαι τα χωρία ακριβώς από κάτω σου. Ένας πήδος και έφτασες. Ένας πήδος από ύψος 600 και βάλε μέτρων όμως.

Οχι δεν ετοιμάζεται να πηδήξει.     Στο βάθος Πίλημα.
Εχουμε ακόμα
Τι δε κατάλαβες;










Και πάω, πάω, πάω και πάω να κατεβωωωωω!!!
Αφού συνεχίζεις σε βραχώδη ξερή κατηφόρα μπαίνεις στο δασάκι. Ήδη τα πόδια έχουν καταπονηθεί αρκετά. Πατούσες, αστράγαλοι, γόνατα (αχ! βαχ), μπούτια … αν είσαι καλά προετοιμασμένος και προπονημένος δεν υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα. Αν είσαι όπως εγώ … βράσε όρυζα. Δεν ήξερα τι να πρωτοπροστατέψω. Από τη μέση και κάτω ένιωθα όλο μου το κορμί να πονάει. Κράμπες, καταπόνηση, τριβή ε! μια ταλαιπωρία την έτρωγα. Μη περιμένεις φωτογραφίες από δω και κάτω. Τα χέρια έπιαναν ότι διαθέσιμο κλαδί υπήρχε και δε μπορούσαν να απασχοληθουν για φωτογράφιση. Άλλωστε ποιός είχε όρεξη για φωτογραφίες εκείνη τη στιγμή;
Εκεί που νομίζεις ότι μέσα στο δασάκι θα καλυτερεύσουν τα πράγματα ανακαλύπτεις ότι κάνεις λάθος. Σίγουρα τα κλαδιά βοηθάνε να πιάνεσαι και να κατεβαίνεις αλλά με τη προϋπόθεση ότι δεν είναι ξερά και σάπια γιατί σε αυτή τη περίπτωση κινδυνεύεις να κατέβεις κουτρουβαλόντας αν κάνεις το λάθος και διαλέξεις ένα σάπιο κλαδί που δε μπορεί να αντέξει το βάρος της κούρασης σου. Έτσι και αλλιώς και το δασάκι ήταν εξίσου κατηφορικό και άρα κουραστικό και άρα επίπονο.

Εδώ ξέχασα να αναφέρω ότι όλη η διαδρομή είναι καλοσημαδεμένη και τουλάχιστον τα καλοσχηματισμένα πορτοκαλί σημάδια ήταν μια παρηγοριά ότι ακολουθούσαμε τη σωστή πορεία.

Μιλάμε για πολύ βράχο. Άλλες φώτο δεν έχει. Τερμα .-
Και είχες και το Σάββα που προπορευόταν να σου λέει από τον ασύρματο  –«Πω ρε μάγκα εδώ έχει ένα σημείο ... πολύ ζόρι». Τι ήταν πάλι αυτό που άκουσαν τα αυτιά μου? Δηλαδή η μέχρι τώρα πορεία ήταν εύκολη και σε κάποιο σημείο έγινε ζόρι? Όχι ρε συ, κάποιο λάθος θα έκανε,  το ζόρι το είχαμε φάει, το τρώμε και θα συνεχίσουμε να το τρώμε μέχρι να βγούμε Γέρακα. Πόσο πιο ζόρι δηλαδή? 

Το επόμενο διάστημα πέρασε προσπαθώντας να ανακαλύψουμε το «ζόρι». Κάθε δυσκολία μας έκανε να πιστεύουμε ότι το βρήκαμε και το προσπεράσαμε. Μέχρι το επόμενο, μέχρι το … πραγματικό.
Λίγο πριν από το τέλος της ταλαιπωρίας μας, πάνω στο τσακίρ κέφι που όλοι μας οι μυς δεν υπήρχε περίπτωση να πονάνε περισσότερο (βασικά εξ ιδίων κρίνω τα αλλότρια αλλά φαντάζομαι ότι ο Τάσος και ο Ηλίας που βρισκόταν στο ίδιο σημείο ένιωθαν ακριβώς το ίδιο), τη στιγμή που ήμασταν σίγουροι ότι είχαμε περάσει κάθε «ζόρι»,  το ίδιο το «ζόρι» αυτοπροσώπως μπροστά μας.

Ρε μάγκα μου τι κατηφόρα ήταν αυτή?  Από πού να πρωτοπιαστείς και πού να πρωτοκατεβείς? Που να πρωτοπατήσεις? Ποιος βράχος είναι ο καλύτερος για να ακουμπήσεις? Πώς το κατεβαίνουν αυτό το πράμα?  Που είναι τα κλαδιά όταν τα χρειάζεσαι?  Βέβαια κάθε σκέψη να γυρίσουμε πίσω απορρίφτηκε εν τη γένεση της και κάθε κύτταρο του μυαλού μας έψαχνε τρόπο να βρει τρόπο για να κατεβούμε από κει. Λίγα μετρά πιο κάτω ήταν αυτό που έμοιαζε με το τέλος των βασάνων μας.  Συνέχεια του δάσους σε ένα ίσιο (ναι ίσιο!!!) έδαφος και ένα μονοπάτι που φαινόταν ότι οδηγούσε στο χωριό. Μωρέ θα κατεβαίναμε από κεί ακόμα και αν χρειαζόταν να πετάξουμε.

Τελικά δε χρειάστηκε ούτε και αυτό αφού πάνω στο ζόρι μας κάναμε τις σωστές επιλογές και με τη σχετική δυσκολία σε λίγο βρισκόμασταν πάνω στο μονοπάτι.  Επιτέλους ισιάδα. Γύρισα και έριξα μια ματιά πίσω. Μέσα στο τα δέντρα και στα κλαδιά ξεχώριζε ο τεράστιος κάθετος βράχος που μόλις είχαμε κατεβεί. Ποιος είχε όρεξη για φωτογραφίες όμως?
 
Μετά από περίπου δυόμιση ώρες συνεχούς κατηφόρας  διανύοντας πάνω από 3 χιλιόμετρα, είχαμε σχεδόν φτάσει. Μας χώριζαν περίπου 500 μέτρα από το σημείο που αφήσαμε το αυτοκίνητο και πλέον ένιωθα ότι τα πόδια μου είχαν αποφασίσει να ανεξαρτητοποιηθούν και να προχωράνε μόνα τους, χωρίς τη δική μου θέληση. Στη κυριολεξία πήγαινα σαν ξεβιδωμένος (το ένιωσα στα βλέμματα του Σταμάτη, του Σάββα και του Αλέξη που είχαν φτάσει νωρίτερα και με έβλεπαν να κατεβαίνω τον κατηφορικό δρόμο του χωριού  αλλού πατώντας και αλλού πηγαίνοντας).

Πραγματικά φάγαμε μεγάλη ταλαιπώρια. Τόσο η ομάδα Γ, που μη ξεχνάμε οτι έκανε και τα παραπάνω χιλιόμετρα, όσο και εμείς, λόγω της άγνοιάς μας για τη διαδρομή, υποβάλαμε τους εαυτούς μας σε μια αρκετά δύσκολη δοκιμασία. Δε θέλω να υπερβάλω. Σίγουρα πολύς κόσμος έχει κάνει την ίδια διαδρομή και μάλλον δε τη περιγράφει του σαν κάτι τόσο φοβερό και τρομερό. Αλλά για μένα ήταν. 

Τέσσερεις μέρες μετά και ακόμα ένιωθα όλους τους μυς των ποδιών μου να είναι σφιγμένοι (ερμητικά μιλάμε) και να πονάνε.  Αυτό δε σημαίνει ότι και οι υπόλοιποι ήταν στα ίδια χάλια. Όσοι είχαν καλύτερη φυσική κατάσταση αποθεραπευτήκαν πολύ πιο γρήγορα.

Αν γνωρίζαμε καλύτερα ίσως να αποφεύγαμε αυτή τη διαδρομή. Αλλά σε αυτή τη περίπτωση δεν θα ζούσαμε ποτέ αυτή την εμπειρία, δε θα συναντούσαμε ποτέ αυτή την υπέροχη θέα, δε θα νιώθαμε ποτέ αυτή την φανταστική αίσθηση του να είσαι ψηλά, ψηλότερα από ότι υπάρχει εκείνη τη στιγμή (κάτι σαν αετός ένα πράμα) και βέβαια δε εξερευνούσαμε  ποτέ τα όριά μας. Μέχρι την επόμενη φορά τουλάχιστον.   ;)

Για όποιον ενδιαφέρεται, η διαδρομή από το Μακάρι και μετά υπάρχει στο Trimble Outdoors

Θα πάρω και τη διαδρομή της ομάδας Γ και θα την ανεβάσω και αυτή εντός ολίγου.

Μάλλον δε πρόκειται να ξαναεπιχειρήσω την ίδια διαδρομή αλλά πολύ θα ήθελα να ξαναπάω στο «ζόρι» και να το ανεβώ αυτή τη φορά. Και να βγάλω και φωτογραφίες.

 Τι λέτε μάγκες? Αντέχετε άλλο «ζόρι»?



1 σχόλιο:

Chris Liolios είπε...

Έτοιμος είσαι για την επόμενη κορφή. Γεια σου ρε Γιώργο!

Δημοσίευση σχολίου